Το παιδί και η Ομπρέλα
Ένα παιδί κάτω από την ομπρέλα. Η ομπρέλα κάπως δυσμεγέθης για το σώμα του παιδιού που καλύπτει. Δεν υπήρχαν τότε οι παιδικές ομπρέλες. Μια ομπρέλα αντίσκηνο. Το μαύρο χρώμα της ομπρέλας κυριαρχεί και διαμορφώνει την αισθητική όλης της εικόνας. Το παιδί κρατά με το αριστερό χέρι την ομπρέλα και τη στηρίζει στον δεξιό ώμο. Η κάλυψη είναι απόλυτη από την επίμονη βροχή. Η βροχή βέβαια δεν αποτυπώθηκε στη φωτογραφία, αλλά ήταν μια πραγματικότητα. Το σώμα του παιδιού το καλύπτει μια κουβερτούλα χειροποίητη που, κατά τη μαρτυρία της μητέρας του, προοριζόταν για άλλη χρήση. Να προστατευτεί το «σαμάρι» του γαϊδουριού που μετέφερε το παιδί από το χωριό του στη διπλανή κωμόπολη. Οι ανάγκες της στιγμής καλύπτονταν «εκ των ενόντων». Αντικείμενα πολλαπλής χρήσεως σε μια εποχή που η φτώχεια καλλιεργούσε τη φαντασία και την ευρηματικότητα. Το κεφάλι προστατεύεται από ένα κασκόλ που φιλοδοξεί να δώσει λύσεις στο τσουχτερό κρύο.
Το βλέμμα
Το βλέμμα του αγοριού είναι στραμμένο εμπρός και ελαφρώς κάτω. Διακρίνεται μια υποψία αμηχανίας. Λένε πως στο βλέμμα του ανθρώπου αντανακλάται ο ψυχικός του κόσμος. Πώς να διαβάσεις όμως αυτό το βλέμμα του αγοριού που υπομονετικά περιμένει σε μια γωνιά τη γιαγιά του να γυρίσει από τα ψώνια της εβδομάδας; Ο φακός δεν μπορεί πάντα να αποκρυπτογραφεί ό,τι συμβαίνει στην ψυχή και τη σκέψη μας.
Να αισθάνεται άραγε το παιδί μοναξιά ή να απολαμβάνει τον ήχο από τις σταγόνες της βροχής στην ομπρέλα; Να νιώθει φόβο ή παράπονο γιατί ίσως να το ξέχασαν για λίγο σε έναν χώρο άγνωστο; Μια δόση αφηρημάδας ή και μελαγχολίας διαχέεται στο πρόσωπό του. Φαίνεται πως τα μάτια εστιάζουν σε κάτι που μάλλον δεν διακρίνεται στη φωτογραφία. Κάνει εντύπωση επίσης μια άρρητη ηρεμία, ίσως γιατί η βροχή δεν του προξένησε μεγάλο φόβο ή ζημιά. Μια παιδική αθωότητα συνυφασμένη με μια άγνοια κινδύνου.
Ένας αφανής διαλογισμός κυριαρχεί στη ματιά του αγοριού. Το σκληρό τοπίο που το περιβάλλει δεν το τρομάζει. Στο διπλανό χωριό - την Πιαλεία Τρικάλων - από το οποίο ήλθε υπήρχαν άφθονες πέτρες και χώμα. Εξάλλου στη δεκαετία του 1960 τα παιδιά μεγάλωναν συντροφιά με τον ήλιο, τη βροχή, το χώμα και τις πέτρες. Πέτρες, που όχι σπάνια γίνονταν παιχνίδι ή όπλο επιθετικό. Η ταύτιση του ανθρώπου με το περιβάλλον ήταν απόλυτη και όλα εσωτερικεύονταν ως μια φυσική ανάγκη.
Ίσως αυτή η άφατη ηρεμία στο βλέμμα του παιδιού να αποκρυσταλλώνει και την εσωτερική ευτυχία από τον πόνο που προηγήθηκε. Γιατί το παιδί της φωτογραφίας, πριν σταθεί κάτω από την ομπρέλα, επισκέφτηκε με τη γιαγιά του τον οδοντίατρο της παρακείμενης κωμόπολης, της Πύλης Τρικάλων (Πόρτα). Μια επίσκεψη που δεν καταπράυνε μόνο τον πόνο του αλλά του έδωσε την ευκαιρία να δει άλλους ανθρώπους και άλλους τόπους. Δεν ήταν κάτι εύκολο και συνηθισμένο για ένα παιδί στην επαρχιακή Ελλάδα του 1960 και ιδιαίτερα στα Τρίκαλα Θεσσαλίας.
Ο φωτογράφος
Οι μετακινήσεις ήταν δύσκολες, αφού το αυτοκίνητο σπάνιζε και οι δρόμοι ήταν δύσβατοι. Μόνο για εξαιρετικές ανάγκες μετακινούνταν. Ιατρικές φροντίδες, μόρφωση (Γυμνάσιο - Λύκειο) αλλά και για κάθε λογής προϊόντα που τα παρείχαν μόνο οι πρωτεύουσες των νομών και οι κωμοπόλεις. Ιδιαίτερα για ένα παιδί ο «άλλος» τόπος, μακριά από το χωριό του, ήταν μια ευκαιρία για να δει καινούργια πράγματα και να γνωρίσει νέους ανθρώπους, έστω και ως εικόνα. Ήταν μια άτυπη και ασύνειδη κοινωνικοποίηση.
Η καρτερικότητα στο βλέμμα του αγοριού, η μαύρη ομπρέλα, η επίμονη βροχή, η κάλυψη της κεφαλής και του σώματος με αυτοσχέδια ρούχα και πανωφόρια - για τις ανάγκες της ώρας - ήταν αρκετά για να προκαλέσουν το ενδιαφέρον ενός πλανόδιου φωτογράφου, που με επιμονή κατέγραφε πρόσωπα και σκηνές από τη θεσσαλική ύπαιθρο. Πρόσωπα σκαμμένα από την εργασία και ηλιοκαμένα. Άνδρες και γυναίκες που πάσχιζαν να επιβιώσουν σε συνθήκες δραματικές. Παιδιά που ονειρεύονταν το καλύτερο, αλλά η πραγματικότητα σε λίγους έδινε διέξοδο.
Ο φωτογράφος Δημήτρης Λέτσιος από τον Βόλο χάρισε το υλικό του στην τρικαλινή συγγραφέα Μαρούλα Κλιάφα που συμπεριέλαβε και τη φωτογραφία του παιδιού με την ομπρέλα στο βιβλίο της «Γυναίκες της Γης». Η Μαρούλα Κλιάφα εξέδωσε κι άλλα βιβλία σχετικά με τη ζωή των ανθρώπων στα Τρίκαλα, και θεωρείται μια από τις εμβληματικές πνευματικές μορφές της περιοχής.
Επίσκεψη στην Πύλη…
Ο εικονιζόμενος στη φωτογραφία Ιωάννης Γ. Γιαννακόπουλος, σύμφωνα με δική του μαρτυρία, πήγε στην παρακείμενη κωμόπολη Πύλη και συγκεκριμένα στον οδοντίατρο. Η γιαγιά του Αγόρω Γιαννακοπούλου που τον συνόδευσε, τον άφησε για λίγο μόνο σε κάποια «ασφαλή» γωνιά, στον συνοικισμό Πόρτα Παναγιά για να ψωνίσει τα απαραίτητα, αφού κάθε Παρασκευή στην Πύλη γίνεται μέχρι και σήμερα το εβδομαδιάτικο παζάρι. Σε αυτό οι αγρότες της περιοχής εκθέτουν τα προϊόντα τους και οι αγοραστές από τα παρακείμενα χωριά έχουν την ευκαιρία να τα προμηθευτούν. Πολλές φορές η αγορά γινόταν με ανταλλαγή προϊόντων, αφού το χρήμα ήταν λιγοστό ή σπάνιο. Το παζάρι υποκαθιστούσε την αρχαία «αγορά», άνθρωποι και προϊόντα συγκροτούσαν τον βασικό ιστό μιας επαρχιακής κοινωνίας. Ένας χώρος για οικονομικές ανταλλαγές και ευκαιρία για νέες γνωριμίες. Αυτή η ώσμωση διαφορετικών ανθρώπων ήταν ο πλούτος της εποχής.
Σε αυτόν τον χώρο ο φωτογράφος είδε το παιδί με την ομπρέλα το φθινόπωρο του 1969 και απαθανάτισε τη σκηνή. Το παιδί, ο Ιωάννης Γιαννακόπουλος, είδε για πρώτη φορά τη φωτογραφία στο βιβλίο της Μαρούλας Κλιάφα και μας διηγήθηκε σε γενικές γραμμές το ιστορικό της φωτογραφίας, αλλά και όσα προηγήθηκαν ή ακολούθησαν την επίσκεψή του στον οδοντίατρο της περιοχής. Η λήθη του χρόνου δεν έσβησε τις μνήμες εκείνης της ημέρας και ας πέρασαν, όπως πέρασαν, από τότε σαράντα επτά ολόκληρα χρόνια.
Η φωτογραφία είναι ένα σχόλιο
Ο Ανρί Καρτιέ Μπρεσόν, διάσημος γάλλος φωτογράφος, τόνισε πως κάθε «φωτογραφία είναι ένας τρόπος ζωής». Μια φωτογραφία είναι κι ένα σχόλιο πάνω στην πραγματικότητα. Και η πραγματικότητα δεν είναι μόνο οι μάχες στον πόλεμο, η αλλαγή κυβερνήσεων, οι απεργίες, οι σεισμοί και τα «λαμπρά» πρόσωπα της τηλεόρασης. Πραγματικότητα είναι και η καθημερινότητα, όπως το βλέμμα ενός παιδιού που δεν αγωνιά για το αύριο αλλά νοιάζεται πώς θα προφυλαχθεί από τη βροχή.
Σημειώσεις:
*** Το παραπάνω κείμενο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ» στις 6-7 Αυγούστου 2016 και στη στήλη «Μία φωτογραφία πολλές ιστορίες» που επιμελείται ο Θανάσης Θ. Νιάρχος. Το εισαγωγικό σημείωμα που ακολουθεί είναι του Θανάση Θ. Νιάρχου:
«Όσοι συμβαίνει να παραλαμβάνουν κείμενα προς δημοσίευση για εφημερίδες και περιοδικά σπανίως αισθάνονται ευτυχείς. Αποτελεί εξαίρεση το κείμενο του φιλόλογου Ηλία Γιαννακόπουλου, που τη βαθιά ευαισθησία του την επιβεβαιώνει ο συνδυασμός δύο ονομάτων που φέρνουν δάκρυα στα μάτια: του αλησμόνητου μέγιστου φωτογράφου – αρτοποιός το επάγγελμα – Δημήτρη Λέτσιου και της συγγραφέως Μαρούλας Κλιάφα, με το βαρύ αποτύπωμά τους στη θεσσαλική γη».
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου