«Ήλιος ουχ υπερβήσεται μέτρα…» (Η αξία του μέτρου)
«Παν το πολύ τη
φύσει πολέμιον»
(Ιπποκράτης
ο Κείος)
«Πολλοί λαοί έχουν αγίους,
προφήτες, θρησκευτικούς μεταρρυθμιστές, πολύ λίγοι όμως φιλοσόφους». Η
θέση αυτή του Τσέλλερ στο έργο του «Ιστορία
της Ελληνικής Φιλοσοφίας» στόχευε στην ανάδειξη της μοναδικότητας της
αρχαιοελληνικής φιλοσοφίας. Μιας φιλοσοφίας που πήγασε από τη μετάβαση του
ανθρώπου από το «Μύθο στο Λόγο». Βέβαια ο 6ος αιώνας π.Χ. δεν
χρωματίστηκε μόνο από τη διανοητική επανάσταση των Ελλήνων κι από τις φιλοσοφικές αναζητήσεις
των Ινδών και Κινέζων. Στον αιώνα αυτό που συντελείται το μεγάλο άλμα της
σκέψης των Ελλήνων έζησαν και δίδαξαν ο Βούδας,
ο Λάο-Τσε, ο Κομφούκιος και ο Ζωροάστρης
(Ζαρατούστρας).
Οι φιλοσοφικές αναζητήσεις και προβληματισμοί των αρχαίων δεν
εστιάστηκαν μόνο στο κοσμολογικό, το
γνωσιολογικό ή το οντολογικό θέμα αλλά κάλυψαν κι άλλους
χώρους σχετικούς με τη ζωή του
ανθρώπου (ευτυχία, νόημα ζωής, ηθική…) αλλά και την οργάνωση της πολιτείας (νόμοι, εξουσία, πολιτική…).
Στον κατάλογο όλων αυτών θα μπορούσε να καταταγεί και η έννοια του «μέτρου»
που έχει ταυτιστεί με την αγωνία κάποιων στοχαστών (φιλοσόφων, ποιητών…) να
ρυθμίσουν τη συμπεριφορά του ανθρώπου προς το Θεό αλλά και το συνάνθρωπό του. Η
έννοια του «μέτρου» αποτυπώνει με
ενάργεια την αγωνία του ανθρώπου να επιβιώσει μέσα σε έναν κόσμο άναρχο και απροσδιόριστο.
Ο άνθρωπος, δηλαδή,
νιώθει πως του δόθηκε από το Θεό και τις κοσμικές δυνάμεις η δυνατότητα να
ζήσει ελεύθερα σε έναν «κόσμο» και σε ένα «χώρο» αρκεί να μην παραβιάσει τα «όρια». Η άγνοια, όμως,
των ορίων συνιστά και την τραγικότητά του.
Τα μαθαίνει μόνο όταν τα παραβιάζει – υπερβαίνει και τότε βιώνει τη συντριβή του. Για να αποφύγει, λοιπόν,
τη συντριβή του το μόνο που μπορεί να πράξει είναι η αυτοσυγκέντρωση, ο αυτοπεριορισμός και η αποφυγή των ακροτήτων, δηλαδή το «μέτρο». Έτσι, η έννοια του μέτρου δεν
απέκτησε μόνο φιλοσοφικό περιεχόμενο αλλά κατέστη και βιοθεωρία με ηθικές και κοινωνικές – πολιτικές προεκτάσεις.
Υμνήθηκε όχι μόνο από τους φιλοσόφους αλλά αποτέλεσε και το δομικό υλικό της
αρχαίας τραγωδίας.
Οι αρχαίοι Έλληνες για το «μέτρο»
Η έννοια του «μέτρου» που αντανακλά
την κοσμοθεωρία των αρχαίων Ελλήνων αποδόθηκε με λιτότητα από τον Κλεόβουλο το Ρόδιο με τη γνωστή φράση «Μέτρον Άριστον». Η εμβληματική θέση
μέσα από τη λακωνικότητά της και τον αποφθεγματικό της χαρακτήρα συνυφαίνει το
πλαίσιο δράσης, σκέψης και συμπεριφοράς
του ατόμου ως πολυδιάστατης οντότητας. Κατεξοχήν, όμως, αφορά τη βιολογική
υπόσταση (βιολογική επιβίωση) και την κοινωνική (ρυθμιστικός παράγοντας των
κοινωνικών σχέσεων). Ο αποφθεγματικός τόνος αλλά και το επίθετο «άριστον»
ενέχουν έναν προτρεπτικό χαρακτήρα
και λειτουργούν ως διδαχή. Υπολανθάνει το μήνυμα αποφυγής των ακροτήτων και των
υπερβολών. Η παρουσία του υπερθετικού βαθμού («άριστον») καταδεικνύει το βαθμό τελειότητας κάθε πράξης ή συμπεριφοράς που ενέχει το «μέτρο» και
γι’ αυτό χρωματίζεται από την ηθική και κοινωνική αποδοχή.
Μια άλλη εμβληματική φράση με έμμεση αναφορά
στο μέτρο είναι και το «Μηδέν άγαν». Και σε αυτό το
αποφθεγματικό ρηθέν υπολανθάνει η προτροπή αποφυγής των υπερβολών και η αποδοχή
του μέτρου ως γενικού κανόνα ζωής. Ο διατακτικός
χαρακτήρας του «Μηδέν άγαν» οριοθετεί
το πλαίσιο μέσα στο οποίο υποχρεούται ο άνθρωπος να σκεφθεί να δράσει. Με
απόλυτο τρόπο ακυρώνει την «υπερβολή» και έμμεσα υποδεικνύει ως
κοινωνική και ηθική συμπεριφορά το μέτρο και τη μεσότητα ως αρετή.
Αυτός, ωστόσο, που ανήγαγε το «μέτρο» ως ηθική αρετή ήταν ο Αριστοτέλης με τη θεωρία του περί «Μεσότητας» στα Ηθικά Νικομάχεια. Η «μεσότητα»
κατά τον Αριστοτέλη δεν ορίζεται τόσο αριθμητικά και ποσοτικά αλλά προβάλλεται
ως «αρετή»,
ως ηθική αξία και συνολική πρόταση ζωής για την κατάκτηση της ευδαιμονίας.
Η μεσότητα ως θέση αντιπαλεύει τόσο την «υπερβολή» όσο και την «έλλειψη»
(π.χ. Θράσος – Ανδρεία – Δειλία). Για τον Σταγειρίτη φιλόσοφο η «μεσότητα» συνιστά προϊόν άσκησης – «έξης»
και βοηθά το άτομο να υποτάσσει τις ακραίες – άλογες επιθυμίες και τα πάθη
του. Η «φρόνηση» - ως μεσότητα – αποτελεί την
ανώτερη αλλά και αναγκαία αρετή για τη λειτουργία της κοινωνίας.
Ο Ηρακλείτειος «Λόγος»
Στην προβολή του «μέτρου» ως ατομικής και κοινωνικής αξίας συνέβαλε καταλυτικά και ο
Εφέσιος Φιλόσοφος Ηράκλειτος με τη
θέση «Ήλιος
ουχ υπερβήσεται μέτρα˙ ει δε μη, Ερινύες μην Δίκης επίκουροι εξευρήσουσιν»,
(Ο ήλιος δεν θα υπερβεί τα μέτρα του (δηλαδή δεν θα υπερβεί – παραβεί τους
νόμους που την διέπουν)˙ αλλιώς οι Ερινύες, οι θεραπαινίδες της Δικαιοσύνης, θα
τον αποκαλύψουν). Με τη θέση αυτή ο «σκοτεινός»
φιλόσοφος αναδεικνύει το βασικό στοιχείο της λειτουργίας – ισορροπίας του σύμπαντος που είναι το μέτρο. Επισημαίνει πως κάθε «υπέρβαση»
οδηγεί σε ανατροπές και τιμωρία από τις κοσμικές δυνάμεις που διαφυλάσσουν το «δίκαιο»
του σύμπαντος. Κάθε υπέρβαση συνιστά υπερβολή και «ύβρη».
Ωστόσο, η έννοια του «μέτρου» ανευρίσκεται σε όλο το φάσμα της φιλοσοφίας του Ηράκλειτου
στην προσπάθειά του να ορίσει το δομικό στοιχείο της κοσμικής τάξης, όπως «κόσμον
τόνδε ούτε τις θεών ούτε ανθρώπων εποίησεν, αλλ’ ήν αεί και έστιν και έσται˙
πυρ αείζωον, απτόμενον μέτρα και
αποσβεννύμενον μέτρα», (…που
ανάβει με μέτρο και σβήνει με μέτρο). Στο απόσπασμα αυτό ανιχνεύεται η ενοχοποιητική αρχή του κόσμου, η φωτιά (πυρ), που υπακούοντας στο «μέτρο» συνιστά το στοιχείο που διατηρεί
τη δυναμική ισορροπία των
συμπαντικών δυνάμεων «Μέτρα», δηλαδή, είναι αυτή η δύναμη
που διατηρεί την τάξη μέσα στην αλλαγή. Ο Ηρακλείτειος «Λόγος» ταυτίζεται με το
«μέτρο» που συνέχει τα αντίθετα και εξασφαλίζει την «παλίντονον αρμονίην».
Το «μέτρο» ως ρυθμιστικός κανόνας
Η έννοια του μέτρου δεν προβλήθηκε μόνο από
τους φιλοσόφους ως ηθική αρχή και
κανόνας αλλά αποτέλεσε και το δομικό στοιχείο των τραγικών ποιητών. Οι τραγικοί ήρωες λόγω δυσβουλίας «αμαρτάνουν»
(αστοχούν), περιπίπτουν στην Ύβρη
(αλαζονεία) και τιμωρούνται (Τίσις).
Αίτιο καθοριστικό της πτώσης και
συντριβής των τραγικών ηρώων η διάπραξη της Ύβρης, δηλαδή της υπέρβασης του
μέτρου, ως κανονιστικής αρχής της
ανθρώπινης συμπεριφοράς. Το σχήμα «ΥΒΡΙΣ - ΤΙΣΙΣ» λειτουργεί απόλυτα
στην αρχαία τραγωδία και διδάσκει σε όλους την αποφυγή των υπερβολών και την
τήρηση του «μέτρου». Εξάλλου και ο Ηρόδοτος
είχε επισημάνει πως ο Δίας αρέσκεται τα «υπερέχοντα κολούειν», (Να ταπεινώνει όσους προσπαθούν να
ξεχωρίσουν/ αλαζόνες).
Σχετικά με την υπέρβαση του μέτρου (αλαζονεία) ο μεταγενέστερος Μένανδρος, τόνισε το αναπότρεπτον της
τιμωρίας μιας τέτοιας συμπεριφοράς «Αλαζονείας ου τις εκφεύγει δίκην».
Παραπλήσιες θέσεις για την αξία του μέτρου διατύπωσε και ο Δημόκριτος στην προσπάθειά του να ορίσει το πλαίσιο για την κατάκτηση της «ευθυμίας» (ευτυχία). Προϋπόθεση για την κατάκτησή της ο αυτοέλεγχος και το «μέτρο»: «Όποιος υπερβαίνει το μέτρο κάνει εντελώς άχαρα τα πιο ευχάριστα πράγματα», «Το να επιθυμείς δίχως μέτρο χαρακτηρίζει το παιδί, όχι τον άνδρα».
Το «μέτρο»,
λοιπόν, όχι ως φιλοσοφική αναζήτηση αλλά ως ρυθμιστικός κανόνας καθίσταται αναγκαίο στις μέρες μας όπου η «ύβρις»
ελλοχεύει σε κάθε πτυχή του πολιτισμού μας. Τα άλματα της επιστήμης και της τεχνολογίας δεν
συμβαδίζουν με την ηθική πρόοδο του
ανθρώπου. Ο άνθρωπος φαίνεται να έχει χάσει την αίσθηση του μέτρου και αντί να εξερευνά την άβυσσο της ψυχής βελτιώνει – τελειοποιεί τις μηχανές για την αυτοκαταστροφή του. Οι εικόνες της
ανθρώπινης αθλιότητας και του ευτελισμού
της ανθρώπινης αξίας αισθητοποιούν την απουσία του μέτρου στις προτεραιότητες
του σύγχρονου ανθρώπου και την αυτοπαγίδευσή
του σε έναν κύκλο αυτοεξόντωσης. Το «μέτρο» με όλες τις σημασιολογικές του
αποχρώσεις μπορεί να καταστήσει το «Μικρό» αυτό κόσμο σε «Μέγα»
και να δικαιώσει τον ορισμό του ανθρώπου ως όντος που «άνω θρώσκει».
Γι’ αυτό λοιπόν, «μέτρο
χρω», (Πιττακός Μυτιληναίος).
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου