Οι «απροσάρμοστοι»
«Και να ‘ναι η κάθε μέρα
τους κι ένα καινούριο βήμα»
(Φλωμπέρ)
Πάντα ο άνθρωπος διχάζεται στις επιλογές του. Μπροστά
του ορθώνονται βασανιστικά ερωτήματα και διλήμματα.
Άλλοτε υπακούει σε ό,τι του επιτάσσει η φύση του και άλλοτε σε ό,τι ο
κοινωνικός περίγυρος. Πολλές φορές τα δύο αυτά συγκρούονται και φθείρουν ψυχικά
τον άνθρωπο, αφού κάθε επιλογή έχει και τα «προαπαιτούμενα»
αλλά και τους κινδύνους της.
Ο Ηρακλής όταν βρέθηκε σε μια τέτοια επιλογή προτίμησε το δρόμο της Αρετής. Δύσκολος αυτός ο δρόμος γιατί
είχε ως προαπαιτούμενα τη θέληση, το θάρρος, την αντοχή, την δύναμη και την
ευστροφία. Ο άλλος δρόμος, της Κακίας,
μπορεί να ήταν πιο εύκολος αλλά προσέκρουε στον ηθικό κώδικα του μυθικού ήρωα.
Πάντοτε το κακό είναι ο εύκολος δρόμος…
Ωστόσο στις μέρες μας αυτός
ο διχασμός και αυτό το δίλημμα δεν βασανίζει
τον σύγχρονο άνθρωπο. Όχι γιατί βρήκε την απάντηση, αλλά γιατί τα ηθικά διλήμματα υποχώρησαν μπροστά στην
«Ηθική
του συμφέροντος». Ένα πλέγμα
κοινωνικών αξιών και προτύπων σε συνδυασμό με την εγωιστική φύση του ανθρώπου
σπρώχνουν τον σύγχρονο «διαβάτη»
στους εύκολους δρόμους και στην «ελάσσονα
προσπάθεια».
Η
μοναξιά ή η αγέλη;
Στις μέρες μας ένα από τα
βασανιστικά διλήμματα του ανθρώπου είναι κι αυτό της επιλογής ανάμεσα στον
δρόμο της «μοναξιάς» (ο μοναχικός δρόμος) κα σε αυτόν της ένταξης στο «πλήθος» και στην «αγέλη». Ο διχασμός του
ανθρώπου μπροστά στην επιλογή δεν προκύπτει μόνο από την πίεση που ασκεί στον
καθένα μας η χαρακτηρολογική δομή του κάθε ανθρώπου ξεχωριστά (μοναχικοί τύποι
ανθρώπων), αλλά κι από τον «κοινωνικό έλεγχο» του συστήματος
μέσα από αφανείς μηχανισμούς ποδηγέτησης της ανθρώπινης σκέψης και συνείδησης
(ο αγελαίος τύπος).
Όταν κάποιος προσπαθήσει να
πορευθεί το δικό του «μοναχικό» δρόμο αντιμετωπίζεται
είτε ως «απροσάρμοστος» ή το λιγότερο ως γραφικός. Για τους «μοναχικούς» οδοιπόρους το πρόβλημα δεν
είναι μόνον η άρνηση των «φυσιολογικών» που βαδίζουν
παράλληλα με τις κοινωνικές επιταγές, αλλά και η ηχηρή φωνή του εσωτερικού τους
κόσμου που τους καλεί να σκεφτούν αν η επιλογή τους – ο μοναχικός δρόμος –
είναι σωστή. Γι’ αυτό χρειάζεται μεγάλη δύναμη να παραβλέψεις τόσο τον χλευασμό
των «κανονικών» όσο και τα «αυτοενοχικά»
σύνδρομα.
Το να βαδίσει κάποιος την «πεπατημένη»,
τον δρόμο που περπάτησαν και οι άλλοι πολλές φορές δεν προσφέρει τίποτα ούτε
στο υποκείμενο, ούτε στην κοινωνία. Γιατί τόσο ο άνθρωπος όσο και η κοινωνία
χρειάζονται τις διαφορετικές ιδέες
και τους νέους τρόπους σκέψης και δράσης για να πραγματώσουν το στόχο για
ανανέωση και αλλαγή. Γιατί ό,τι δεν ανανεώνεται και δεν αλλάζει, μαραίνεται και
σαπίζει. Η σκέψη και η δράση πρέπει
να βρίσκονται σε μία συνεχή ισορροπία και αλληλοτροφοδότηση.
«Να σκέφτεσαι σαν άνθρωπος
της δράσης και να ενεργείς σαν άνθρωπος της σκέψης»
(Bergson)
Ο απροσάρμοστος
Βέβαια το να επιλέξεις το «μοναχικό»
και «απάτητο»
μονοπάτι χρειάζεται εσωτερική δύναμη για να αντέξεις τη μομφή των άλλων, των «προσαρμοσμένων»
που θα σε ονομάσουν «απροσάρμοστο». Ό,τι, όμως, είναι για τους άλλους μομφή και
απορριπτέο ως συμπεριφορά, μπορεί για σένα να είναι αρετή και πνευματική ή
κοινωνική υγεία. Κι αυτό γιατί ο «απροσάρμοστος» δεν είναι ο «κοινωνικά
ασθενής» της εποχής μας, ούτε ο «ψυχολογικά αδύναμος», ούτε ο
φοβισμένος – ο «ρίψασπις».
Αντίθετα είναι αυτός που
ερμηνεύει διαφορετικά τις εντολές του κοινωνικού συστήματος και αρνείται στο όνομα μιας «ήσυχης» ζωής να προδώσει στους στόχους
του για μια διαφορετική ζωή. Μία ζωή που θα αντλεί το νόημά της από το αυθεντικό, το πηγαίο,
την αισθητική, τη φιλοσοφική αγωνία, το νέο ανθρωπισμό, την πνευματική
καθαρότητα κι από μία ηθική που δεν
θα υπηρετεί άλλες σκοπιμότητες αλλά τις διαχρονικές αξίες του αληθινού, του
καλού και του δικαίου χωρίς το επίπλαστο κέλυφος
των πολιτικών σκοπιμοτήτων, των ιδεολογικών δογμάτων, των θρησκειών και των
νόμων της «αγοράς».
Ο Ν. Καζαντζάκης είχε γράψει σε μια
επιστολή του στη Γαλάτεια Καζαντζάκη (σύζυγος) για το περιεχόμενο και την
αναγκαιότητα του απροσάρμοστου:
«Νάμαστε
απροσάρμοστοι, να η μεγάλη αρετή μας. Να μη βολευόμαστε, νάμαστε ανυπόμονοι,
σκληροί, γιομάτοι ανησυχία και πίστη, να θέμε το αδύνατο σαν τους ερωτευμένους.
Να ξέρουμε πως ό,τι λένε σήμερα δικαιοσύνη είναι οργανωμένη αδικία, κι ό,τι
λένε ηθική είναι η βολική, ταπεινή συνεννόηση των άναντρων».
Βέβαια στους «απροσάρμοστους» δεν
ανήκουν οι επαγγελματίες ενός άγονου μηδενισμού, ούτε οι θιασώτες ενός
άκρατου σχετικισμού. Ο «απροσάρμοστος» δεν είναι αυτός που
αρνείται την κοινωνία ή αυτός που δεν μπορεί να λειτουργήσει ως συν –
άνθρωπος. Είναι ένας λάτρης του «κοινωνικού ανθρώπου» που αγωνίζεται
να διασώσει την αυτονομία και την ετερότητά του για να γονιμοποιήσει
θετικά με την δημιουργικότητά του τις κοινωνικές διεργασίες για μια άλλη
κοινωνία. Πολλές φορές ο «απροσάρμοστος» φαίνεται να επιδιώκει το αδύνατο,
γιατί πιστεύει πως:
«Αν
δεν κάνουμε το αδύνατο, θα βρεθούμε αντιμέτωποι με το αδιανόητο»
(Petra Kelly, Γερμανίδα οικολόγος)
Το
δίλημμα
Η μοναχική πορεία των «απροσάρμοστων»
δεν αντιμετωπίζει μόνον την περιφρόνηση των πολλών, της μάζας αλλά
υπόκειται σε μια καθημερινή αυτοκριτική. Αυτή η έντονη πάλη άλλοτε δυναμώνει
τον υπερασπιστή των μοναχικών επιλογών και άλλοτε τον πληγώνει, γιατί
βασανιστικά γεννάται μέσα του το ερώτημα: «Μήπως κάνω λάθος;». Κι
αυτό το ερώτημα δεν πηγάζει μόνον από το συντηρητικό κομμάτι του εαυτού τους,
αλλά κι από την πίεση που ασκεί ασταμάτητα η πορεία των πολλών, της αγέλης.
Δεν
είναι λίγες οι φορές που αυτός ο διχασμός
έχει σημείο αναφοράς το «φόβο» μήπως το λάθος βρίσκεται στον
θιασώτη του αδοκίμαστου και του άγνωστου και όχι στις επιλογές των πολλών και
συμβιβασμένων. Εξάλλου όλοι δοκιμαζόμαστε
όταν καλούμαστε να απαντήσουμε πώς μπορεί οι επιλογές των πολλών να είναι
λανθασμένες και ορθή μόνον η δική μας πορεία; Η κοινή γνώμη, το πλήθος, η
δύναμη της αγέλης πάντοτε δοκιμάζουν τις επιλογές μας και την αγωνιστικότητά
μας. Μάς προκαλούν και μας προτρέπουν στη συμμόρφωση και στην παραίτηση.
Σχετικά ο Έσσε επισημαίνει:
«Η ανθρωπότητα – δηλαδή, η πλειοψηφία των ανθρώπων ήταν πάντα
εναντίον εκείνων που επιθυμούσαν το καλό, γιατί οι μάζες δεν είναι ούτε καλές
ούτε κακές, είναι πάνω από όλα αδρανείς, και δεν υπάρχει τίποτα που να μισούν
περισσότερο από τις όποιες εκκλήσεις γίνονται στη συνείδησή τους. Η εξέλιξη
προς ανώτερα επίπεδα, η υπερνίκηση του εγωισμού και της αδράνειας θα είναι
πάντα δουλειά των ξεχωριστών ατόμων, ποτέ η δουλειά των πολλών».
Ωστόσο το δίλημμα πλανιέται πάντοτε σαν
φάντασμα και μάς πιέζει να κάνουμε την μεγάλη επιλογή μας. Θα διασώσουμε την αυθεντικότητά
μας βαδίζοντας το μοναχικό δρόμο ή θα ενταχθούμε στην αγέλη κερδίζοντας
την κοινωνική αποδοχή και αναγνώριση; Ο Έρμαν Έσσε εύστοχα διατύπωσε το
δίλημμα αυτό.
«Αυτός
που είναι «απροσάρμοστος» στον κόσμο βρίσκεται πάντα στο σημείο που είναι
δυνατόν να ανακαλύψει τον εαυτό του. Αυτός που έχει προσαρμοστεί δεν βρίσκει
ποτέ τον εαυτό του, απλώς καταλήγει στο να γίνει υπουργός».
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου