Μοναχός τον δρόμο επήρε…
*Γράφει ο Ηλίας Γιαννακόπουλος, Blog "ΙΔΕΟΠΟΛΙΣ"
*Αφιέρωμα στην Παγκόσμια Ημέρα Γ΄Ηλικίας
# Η "απώλεια" τροφός της "μοναξιάς"
“Πάσαν σημαντικήν κάκωσιν δύναται η φύσις να υπομείνει: την πείναν, το ψύχος, την οδύνην και την ένδειαν. Αλλ’ η ένδεια της καρδίας, ω, αυτή μαραίνει το σώμα και την ψυχήν. Επί της γης δεν δύναται να υπάρξει τιμωρία σκληροτέρα της αστοργίας και του μονήρους βίου”.(Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, «Η Γυφτοπούλα»).
Πρόσωπο σκυθρωπό, βλέμμα απλανές, βάδισμα σιγανό, η μαγκούρα το αναγκαίο στήριγμα και οι κινήσεις αργές και προσεκτικές. Μπορεί κάποια από αυτά ή και όλα να είναι τα εξωτερικά γνωρίσματα ενός ανθρώπου της Γ΄ Ηλικίας.
Τα εσωτερικά δύσκολα να τα περιγράψουμε αλλά μόνον να τα υποθέσουμε, γιατί αυτά πολλές φορές κρύβονται επιμελώς από τον άνθρωπο που θέλει να φαίνεται διαφορετικός από ό,τι είναι.
Άλλοτε για να προκαλέσει τη λύπηση των άλλων και μέσω αυτής το ενδιαφέρον και τη φροντίδα τους. Άλλες φορές, λιγότερες βέβαια, φοράει τη μάσκα του υγιούς, του αμέριμνου και ίσως-ίσως του ευτυχισμένου άσχετα αν μέσα του δίνει τον δύσκολο αγώνα της ισορροπίας στις κινήσεις του και τον αγώνα να πείσει τον εαυτό του πως αξίζει να ζει κάποιος ενάντια σε όλα τα προβλήματα της ηλικίας του.
Ο άνθρωπος της Γ΄ Ηλικίας δεν έχει να αντιπαλέψει μόνον με τα σωματικά προβλήματα (το γήρας γαρ) αλλά και με τα ψυχολογικά αφού πρέπει να απομακρύνει από τη σκέψη το φόβο του θανάτου. Καλός ο Επίκουρος αλλά δεν πείθει, όμως, όλους μας με τη θέση του “ανύποπτον ο θάνατος” (ο θάνατος δεν γίνεται αισθητός από τον άνθρωπο).
Ωστόσο, σε αυτήν την ηλικία δεν λείπουν κι εκείνοι-ελαχιστότατοι-που διακονούν το «Σύνδρομο της Πάπιας» και νεανίζουν ως μία άμυνα απέναντι στο κύμα των σωματικών και ψυχοσυναισθηματικών αλλαγών που τείνουν να τον θέσουν εκτός της φυσιολογικής ζωής. Θέλουν να φαίνονται, δηλαδή, διαφορετικοί από αυτό που βιώνουν μέσα τους (ψυχική κόπωση, φόβος, μελαγχολία…).
“Ο άνθρωπος δεν είναι αυτό που νομίζει ότι είναι, αλλά είναι αυτό που κρύβει” (Αντρέ Μαλρό).
Εκείνο, όμως, που δεν μπορούν ή και δεν θέλουν να κρύψουν οι άνθρωποι και ιδιαίτερα αυτοί της Γ΄ Ηλικίας είναι η Μοναξιά του. Και πώς να την κρύψουν άλλωστε; Γι αυτό και βλέπεις σε πόλεις και σε χωριά άνθρωποι μόνοι να απομονώνονται στα κάστρα της προσωπικής τους ζωής, να ζουν αθέατοι στον οικείο-ιδιωτικό τους χώρο ή και να βαδίζουν μόνοι στους δρόμους και τα πάρκα. Είναι η Μοναξιά που δεν την επιλέγεις αλλά σου την επιβάλλει η πραγματικότητα.
Βασική αιτία της Μοναξιάς στην Γ΄ Ηλικία δεν είναι μόνον η ψυχική κόπωση και το αίσθημα του τέλους που το βιώνουν οι άνθρωποι καθημερινά (ο άνθρωπος είναι το μόνο από τα έμβια όντα που έχει επίγνωση-συνείδηση του θανάτου και της θνητότητάς του), αλλά και η απώλεια ως βασανιστικό βίωμα.
Σε αυτήν την Ηλικία (Γ΄ Ηλικία) το πιθανότερο συμβάν είναι η απώλεια κάποιου κοντινού και αγαπημένου μας σου προσώπου (συζύγου, συντρόφου…). Απέναντι σε αυτήν την απώλεια η ζωή αυτών των ανθρώπων που βρίσκονται σε προχωρημένη ηλικία μοιάζει να κομματιάζεται. Νιώθουν πως κόπηκε για πάντα ο δεσμός με το αγαπημένο τους πρόσωπο με το οποίο έζησαν μαζί για πολλά χρόνια.
Απόρροια αυτής της απώλειας είναι και η αίσθηση πως κατέρρευσαν οι βεβαιότητες της ζωής τους, η ελπίδα για το αύριο και το κυριότερο η εμπιστοσύνη για τις δυνάμεις και τις αντοχές της δικής τους ζωής. Νιώθουν ξαφνικά αβοήθητοι και κατακλύζονται από επώδυνα αρνητικά συναισθήματα. Αντιλαμβάνονται ίσως για πρώτη φορά πως η ζωή και κόσμος τους δεν είναι , ούτε θα είναι ποτέ ξανά όπως ήταν πριν την απώλεια.
Έτσι οι άνθρωποι της Γ΄ Ηλικίας (και όχι μόνον αυτοί) με τον κλονισμό που υφίστανται από την απώλεια κλονίζονται και καταφεύγουν σε βιαστικές αξιολογήσεις και επαναξιολογήσεις των προτεραιοτήτων, των σκοπών και του νοήματος ίδιας της ζωής τους. Και πώς να προχωρήσουν σε μια άλλη νοηματοδότηση της ζωής τους μπροστά στα νέα και σκληρά δεδομένα της πραγματικότητας;
Η διαχείριση των έντονων αρνητικών συναισθημάτων και του πόνου που συνοδεύει την απώλεια είναι δύσκολη, όπως δύσκολη είναι και η αποδοχή και προσαρμογή στη νέα πραγματικότητα. Γι αυτό πολλοί παραιτούνται, αφήνονται στις μοίρας τα καμώματα και απομονώνονται. Η Μοναξιά εμφανίζεται ως μία μορφή ασυνείδητης άμυνας απέναντι σε όσα τους πλήγωσαν και σε όσα ενδεχομένως να περιμένουν να συμβούν. Σε αυτές τις περιπτώσεις δεν μπορούμε να τα ερμηνεύσουμε όλα με τη λογική.
Δεν είχε, λοιπόν, άδικο ο Γκαίτε όταν έγραφε πως:
“Πεθαίνουμε δύο φορές: όταν πεθαίνουμε και όταν πεθαίνουν αυτοί που μάς γνώριζαν και μάς αγαπούσαν” .
Δεν λείπουν, βέβαια, και οι περιπτώσεις που οι άνθρωποι της Γ΄ Ηλικίας μετά την απώλεια κάποιου αγαπημένου τους προσώπου αισθάνονται πως κανείς δεν τους «ακούει», κανείς δεν μπορεί ή δεν θέλει να τους συμπαρασταθεί με ειλικρίνεια και η τυχόν συμπόνια που εκφράζεται από κάποιους ή οι κοινότυπες ευχές παρηγοριάς μάλλον την κοινωνική υποκρισία κρύβουν και λιγότερο την ανθρώπινη ενσυναίσθηση και συμπαράσταση.
Αποτέλεσμα αυτής της αίσθησης η κοινωνική «αυτοαπομόνωση» και ο εγκλωβισμός στο βασίλειο του Εγώ του.
Αυτή η αντίδραση, όμως, ενισχύει το αίσθημα της μοναξιάς τους που έχει ως αποτέλεσμα να μην κοινοποιεί σε κανέναν τον πόνο και τα προβλήματά του. Ο άνθρωπος αυτής της κατηγορίας των ανθρώπων της Γ΄ Ηλικίας αποφεύγει την εξωτερίκευση του πόνου και της συναισθηματικής του κενότητας. Αποφεύγει, επίσης, να μοιραστεί την «ιστορία» του με τους συνανθρώπους του και υψώνει τείχη στην επικοινωνία του με αυτούς.
Σίγουρα αγνοεί πως “Το να διηγείσαι τη δυστυχία σου στους άλλους συχνά ανακουφίζει” (P.Corneille).
Απότοκο όλων των παραπάνω η ενίσχυση μιας εσωτερικής σύγκρουσης που βιώνουν τα άτομα της Γ΄ Ηλικίας ανάμεσα στην ανάγκη να μιλήσουν και να κοινοποιήσουν τα παθήματά τους και στην ανάγκη να σιωπήσουν με την ελπίδα πως έτσι θα νιώθουν πιο ελεύθεροι απέναντι στην υποκριτική συμπόνια των άλλων. Η επιλογή να σιωπήσουν γίνεται η πύλη να περάσει η Μοναξιά. Φαίνεται πως πάντοτε σε αυτές τις περιπτώσεις η Σιωπή και η Μοναξιά βαδίζουν παράλληλα και αλληλοτροφοδοτούνται.
Οι συνήθεις συνταγές ακύρωσης της Μοναξιάς των ανθρώπων της Γ΄ Ηλικίας φαίνονται ατελέσφορες αφού οι μοναχικοί πληθαίνουν. Η επικοινωνία μαζί τους και το ανιδιοτελές ενδιαφέρον προς αυτούς βοηθούν μόνο στην περίπτωση που αυτοί θα το θελήσουν. Κι αυτό θα συμβεί μόνο όταν οι ίδιοι θεωρήσουν πως η σιωπή τους δεν είναι πάντοτε και η καλύτερη άμυνα και θεραπεία.
Η επικοινωνία με τους συνανθρώπους μας και η εξωτερίκευση του “εσωτερικού μας πόνου” μόνο αυτή μπορεί να λειτουργήσει θεραπευτικά και να ξορκίσει το κακό, τη ΜΟΝΑΞΙΑ μας.
Γι αυτό ας ακολουθήσουμε όλοι την παραδοσιακή συνταγή του Σαίξπηρ που είχε διαλαλήσει:
“Δώσε στη λύπη λόγια”
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου