Όλοι για μια… Πατρίδα

      

          *Γράφει ο Ηλίας Γιαννακόπουλος, Blog "ΙΔΕΟπολις"

    *Ένα οδοιπορικό από  την Ιθάκη του Οδυσσέα, τη Ρώμη του Αινεία, το «γιούχα» των πατρίδων  από τον «Δωδεκάλογο του Γύφτου» του Παλαμά, τους αρνησιπάτριδες και τον “Παράδεισο” της νέας Πατρίδας των Μεταναστών.

        1.“Αυτάρ Οδυσσεύς, ιέμενος και καπνόν αποθρώσκοντα νοήσαι / ης γαίης, θανέειν ιμείρεται” (Οδύσσεια,α,1.58-9 , Πάλι ο Οδυσσέας να έβλεπε τον καπνό της πατρίδας του να ανεβαίνει κι ας πέθαινε).

         2.”Είμαστ’ εμείς οι απάτριδοι κ’ οι αγιάτρευτοι / γιούχα και πάντα γιούχα των πατρίδων!” // ”Από μια πατρίδα εγώ είμαι, / κι όσο κι αν το λησμονώ, / πάω, προς μια πατρίδα πάω, / μια για πάντα να σταθώ” (Κ. Παλαμάς, «Ο Δωδεκάλογος του Γύφτου»).

         3. “Δεν σύραμε για δόξα σε ηπείρους άγνωστες / δεν αφήσαμε την πατρίδα μας για πλούτη / απλά φύγαμε για έναν κόσμο / που είπαν πως είναι θαυμαστός / κι ανθρώπινος πέρα από κάθε φαντασία / αυτό ονειρευόμασταν” (Ηλίας Κοντανδριόπουλος).

         Το πολύνεκρο ναυάγιο της Πύλου (14 Ιουνίου 2023) με θύματα τους Μετανάστες ανέδειξε πέραν των άλλων και το θέμα της Πατρίδας με όλες τις ιστορικές και σημασιολογικές της αποχρώσεις. Κι αυτό γιατί οι απελπισμένοι και της «Γης οι κολασμένοι» εγκαταλείποντας την ιδιαίτερη Πατρίδα τους και αναζητώντας μία νέα Πατρίδα πνίγηκαν στα παγερά νερά της θάλασσας που δεν σεβάστηκε το όνειρό τους για τον παράδεισο μιας άλλης-νέας Πατρίδας.

            Η Πατρίδαείτε ως γεωγραφικός τόπος, είτε ως σύμβολο – αποτελούσε πάντοτε σημείο αναφοράς για τον άνθρωπο, κάθε άνθρωπο όπου γης, αφού αυτή με όλους τους συμβολισμούς της καλλιέργησε από την πρωτόγονη εποχή μέχρι και σήμερα ισχυρούς συναισθηματικούς δεσμούς, ακατάλυτους, απροσδιόριστους και μυστηριακούς.

            Όλοι σε μια Πατρίδα αποβλέπουν, ακόμη κι αυτοί που την εγκαταλείπουν (από επιλογή ή από ανάγκη) για να την ποθήσουν ακόμη περισσότερο μετά την εγκατάλειψή της. Τελικά γιατί συμβαίνει αυτό; Είναι αυτός ο δεσμός με την Πατρίδα μας τόσο ιερός και ισχυρός που δεν μπορούμε να τον υπερβούμε και να απελευθερωθούμε ή είναι αυτός που μάς προσφέρει το αίσθημα της ασφάλειας και της ολοκλήρωσης;

         Η Ιστορία, η Μυθολογία, η Λογοτεχνία και η Επικαιρότητα του Μεταναστευτικού ρεύματος ( που στα επόμενα χρόνια θα γιγαντωθεί) μάς παρέδωσαν πλήθος παραδειγμάτων, γεγονότων και προσώπων – συμβόλων που αισθητοποιούν την ανάγκη - φαντασιακό για άλλους – για μία Πατρίδα. Αυτή η ανάγκη εκφράστηκε με πολλούς τρόπους που αποτυπώνουν με ενάργεια και το πολυσύνθετο του ανθρώπου ως βιολογικού και πνευματικού όντος.

         Οι όροι- φράσεις «Επιστροφή στην Πατρίδα», «Η νοσταλγία της Πατρίδας», «αναζητώντας μία άλλη-νέα Πατρίδα» και πολλά άλλα καταυγάζουν τη διαχρονικότητα του φαινομένου αλλά και το αμετάβλητο της ανθρώπινης φύσης που φαίνεται να έκανε λίγα και μικρά βήματα για τον αποχωρισμό και αποσυγκόλλησή της από το Γήινο στοιχείο, Το Έδαφος, το Χώμα… την πατρώα Γη.

            Ο Οδυσσέας, ο Αινείας, το πρόσωπο – σύμβολο του Γύφτου του Παλαμά και οι σημερινοί Μετανάστες ή Πρόσφυγες συνιστούν τις πολλαπλές παραλλαγές της ανθρώπινης ανάγκης για μια Πατρίδα με ό,τι  αυτή ως έννοια κουβαλά στο νοηματικό της πυρήνα.

                                    Οδυσσέας – Αινείας: Τα δύο σύμβολα  

          Η «Επιστροφή στην Πατρίδα» ή η «Αναζήτηση μιας ή της νέας Πατρίδας» έχουν συνδεθεί ιστορικά με κάποια συγκεκριμένα ιστορικά ή μυθικά πρόσωπα, όπως του Οδυσσέα και του Αινεία. Το  οδοιπορικό και των δύο είναι γνωστό, αφού ευτύχησαν να γραφούν και τα ανάλογα ποιήματα που εξυμνούν τα πάθη και τον ηρωισμό τους για την επίτευξη του στόχου τους (Οδύσσεια, Αινειάδα).

            Στον Οδυσσέα η μυθολογία, δια χειρός Ομήρου, δόξασε την πολυμηχανία  του και την άσβεστη φλόγα της αγάπης του για την Ιθάκη. Κανένα εμπόδιο δεν στάθηκε ικανό να τον αποτρέψει από την επιθυμία του να δει , έστω και από μακριά την καμινάδα του σπιτιού του, κι ας πέθανε. Η λέξη «Νόστος» και «Νοσταλγία» απέκτησαν θετικό πρόσημο και ταυτίστηκαν απόλυτα με την λαχτάρα της επιστροφής του Οδυσσέα στην αγαπημένη του Ιθάκη.

        Το «Νόστιμον  Ήμαρ» (ευλογημένη μέρα) έρχεται ως το τέλος μιας επίπονης προσπάθειας μετά από αγώνες, αγωνίες, σωματική και ψυχική κόπωση και πόνο που γεννάει η προσμονή και η λαχτάρα της επιστροφής στην Πατρίδα.

          Ανάλογες ιστορίες πλάστηκαν και για το οδοιπορικό του μυθικού ήρωα των Τρώων, του Αινεία που μετά την άλωση και την καταστροφή της Τροίας αναζήτησε μία νέα Πατρίδα, με πορεία στο άγνωστο. Η προσπάθειά του ευδοκίμησε, αφού όπως παραδίδει ο μύθος θεωρείται ο ιδρυτής της Ρώμης.

         Ο Αινείας, κατά την παράδοση πάντα, ήταν μία πιο ενδιαφέρουσα περίπτωση ανθρώπου σε σχέση με τον Οδυσσέα, αφού στην μεγαλοδωρία των Αχαιών να του επιτρέψουν να πάρει μαζί του ό,τι ήθελε, αυτός αντί για υλικά αγαθά σήκωσε τον ανήμπορο πατέρα του στους ώμους του, τον Αγχίση, και βάδισε το δρόμο προς την αναζήτηση της νέας Πατρίδας του. Δεν είναι τυχαίο που ένα τέτοιο πρόσωπο θεωρείται και ως γενάρχης της Ρωμαϊκής φυλής.

                                                   Ειδοποιός Διαφορά

               Αυτή η ειδοποιός διαφορά των δύο μυθικών προσώπων σηματοδοτεί και την μετάβαση από  ένα – παραδοσιακό σύστημα αξιών και ιδανικών (Οδυσσέας) σε ένα άλλο, που ίσως βρίσκεται πιο κοντά στο δικό μας που ο ανθρωπισμός και η αναζήτηση και διακινδύνευση συνιστούν θεμελιακά στοιχεία του πολιτισμού μας.

            Ο Οδυσσέας εμμονικά επιζητούσε την επιστροφή στο γνωστό, στην Ιθάκη παρασυρμένος και φλεγόμενος από το «Νόστο». Αντίθετα ο Αινείας με τις επιλογές του (σήκωσε στους ώμους τον πατέρα του) συμβολίζει το νέο κόσμο που προσπαθεί να συγκεράσει το παλιό με το νέο πνεύμα που προαπαιτεί επιμονή και ερευνητικότητα. Το νέο (Ρώμη) με πολλά στοιχεία του αγνώστου και του φόβου, πάντα ελκύει και αναδεικνύει το ψυχικό μεγαλείο αλλά και την αποφασιστικότητα του ανθρώπου να κτίσει το δικό του “Παράδεισο”(τη νέα Πατρίδα), όπως τονίζει και ο Ελύτης.

            Ίσως και πάντα με τις διευκολύνσεις και διακονίες που μάς παρέχει το «ποιητική αδεία» θα μπορούσαμε να ανιχνεύσουμε μία άλλη ποιοτική διαφορά ανάμεσα στην «Επιστροφή στην Πατρίδα» του Οδυσσέα και στην αναζήτηση της «Νέας Πατρίδας» του Αινεία.

             Για τον Οδυσσέα η επιστροφή στην Ιθάκη λειτουργούσε ως «καθήκον», ενώ στον Αινεία η αναζήτηση μιας νέας Πατρίδας λειτουργούσε ως «δικαίωμα». Η μετάβαση από το καθήκον στο δικαίωμα, ως ιστορική και ιδεολογική επιλογή, εκφράζει και τις βαθιές ρωγμές που άνοιξαν στον ανθρώπινο πολιτισμό μέχρι στις μέρες μας που έχει αναγάγει το «Δικαίωμα» ως πυρηνικό στοιχείο όχι μόνον του νομικού πολιτισμού μας, αλλά και της ίδιας της Δημοκρατίας μας .

                             Το  «Γιούχα των Πατρίδων»  του Παλαμά

        Το χλευαστικό «Γιούχα και πάλε γιούχα των Πατρίδων» του Παλαμά δεν χαρακτηρίζει έναν αρνησιπάτριδα, αλλά τον ελεύθερο και αδάμαστο άνθρωπο. Το αντίθετο ο Παλαμάς υπήρξε ένας έντιμος και δεδηλωμένος πατριώτης με το δικό του τρόπο και με την δική του οπτική γωνία. Το «Γιούχα» του ποιητή δεν αφορούσε την Πατρίδα με την ιστορική της έννοια, αλλά ήταν μία αποδοκιμασία στην πατριδοκαπηλία, στα κενά λόγια των πολιτικών της εποχής του (πόλεμος 1897) και ίσως μία έμμεση καταδίκη της ατελέσφορης Μεγάλης Ιδέας.

           Πρωτεϊκή μορφή ο Παλαμάς δημιούργησε το σύμβολο του Γύφτου για να ξυπνήσει τα εφησυχασμένα από τον συντηρητισμό και την αρχαία σκουριά οξειδωμένα πνεύματα της εποχής του προς κάτι καινούριο, πιο ζωογόνο και δημιουργικό. Ο Γύφτος εκτός από την αμφισβήτηση και την άρνηση όλων των περασμένων και γερασμένων αρετών και αξιών, φθάνει μέχρι και τον χλευασμό κι αυτών ακόμη των Πατρίδων και των Θεών.

             Ο Γύφτος ζητά συνεχώς καινούριους τόπους, αλλά πουθενά δεν μένει μόνιμα. Η διαρκής κίνηση είναι ο στόχος και ο σκοπός του Γύφτου και όχι η εφησύχαση σε μία πρόχειρη και νοσούσα κατάσταση. Ο Παλαμάς, δηλαδή, ταλαντεύεται ανάμεσα στα δίπολα «Πατριωτισμός / κοσμοπολιτισμός», «Εθνικισμός (μεγαλοϊδεατισμός) / διεθνισμός» και εξωτερικεύει με ποιητικό τρόπο τον δυαδισμό του. Αν και δεμένος με τον τόπο του βρίσκει τρόπο να υπερβαίνει την στενή έννοια της Πατρίδας και αισθάνεται πολίτης του κόσμου.

         «Του κόσμου είμαι πολίτης, / πατρίδα έχω τη γη» (“Τα παράκαιρα”) // «Όλος ο κόσμος ένας κόσμος. / …και μια πατρίδα η Γη» (“Ο Δωδεκάλογος του Γύφτου”).

         Οι παραπάνω στίχοι του Παλαμά πέραν όλων των άλλων συνιστούν και ένα ηχηρό ράπισμα στους σωβινιστές κάθε εποχής. Εκφράζουν την επιθυμία και το όραμα του ποιητή για μια ανθρωπότητα ευρύτερη χωρίς σύνορα και τεχνητούς αποκλεισμούς.

         Βέβαια σε κάποιο άλλο σημείο ο ποιητής αναρωτιέται αν αυτό το όραμά του για μια πανανθρώπινη πατρίδα είναι ανέφικτο και γι αυτό προβληματίζεται αν πρέπει να εγκαταλειφθεί.

        «….και δεν καλογνωρίζω / κι αν πρέπει να τ’ αγκαλιαστώ κι’ αν / πρέπει να το διώξω, / το μακρυνότατο όραμα του κόσμου / που δεν έχει / πατρίδες πια, του κόσμου και που είν’ / όλος ο κόσμος μια πατρίδα» (Ποίημα στο Γαριβάλδη).

       Ωστόσο κάποιοι άλλοι στίχοι του δεν δείχνουν μόνον την πληθωρικότητα της γραφής του αλλά και τον ασυμβίβαστο πολίτη που αναζητά το γνήσιο και το νέο. Κι αυτό γιατί στο εμβληματικό «Γιούχα και πάλε γιούχα των Πατρίδων» αντιτείνει το «Δε ζει χωρίς Πατρίδες / η ανθρώπινη ψυχή» που σχετικοποιεί τον χλευασμό των Πατρίδων.

        Στους παραπάνω στίχους που μετριάζουν το «Γιούχα των Πατρίδων» θα μπορούσαν να προστεθούν και οι παρακάτω που επιβεβαιώνουν περίτρανα τόσο τον δυαδισμό του Παλαμά, αλλά και το δέσιμό του με την Πατρίδα:

         “Σαν Πατρίδες μού μιλάνε λαοί / μες στην ιστορία, κι εσείς, βιβλία, / καi οι βωμοί που υψώνω.- Παντού θεοί. / μα η Πατρίδα, μία”.

         Τις φιλοσοφικές περιπλανήσεις του Παλαμά για την ουσία και το βαθύτερο περιεχόμενο της Πατρίδας το αποδίδει με ξεχωριστό τρόπο το ποίημα «Πατρίδες» και κυρίως το τελευταίο που ενέχει στοιχεία  πανθεϊσμού

      «Πατρίδες! Αέρας, γη, νερό, φωτιά ! Στοιχεία / αχάλαστα, και αρχή και τέλος των πλασμάτων.» (“Ασάλευτη Πατρίδα).        

                               Οι αρνητές των Πατρίδων και Παλαμάς

       Οι “απάτριδες” και οι αρνητές των πατρίδων από ιδεολογία θεμελιώνουν τα επιχειρήματά τους πάνω σε κάποιες θέσεις και αναφορές τόσο του Παλαμά όσο και του Νίτσε από τον οποίο επηρεάστηκε και εμπνεύστηκε ο ποιητής.

           Πιο συγκεκριμένα Ο Κ. Τσάτσος ερμηνεύοντας το «Γιούχα του πατρίδων» του Γύφτου γράφει σχετικά για τους περιορισμούς που θέτουν οι πατρίδες: “Η πατρίδα στενεύει την πλατωσιά του κόσμου, περιορίζει την ελευθερία της ζωής, μαραίνει τον άνθρωπο και στην καλοσύνη και στην κακία του”.

          Το  όραμα μιας καθολικής πατρίδας για τους απάτριδες βρίσκει έκφραση στους στίχους του Παλαμά «Ο κόσμος ακομμάτιαστος και απέραντος. / όπου τελειώνουν οι στεριές, / τα πέλαγα αρχινάνε». Για τους αρνητές των πατρίδων η καθολική και πανανθρώπινη πατρίδα ενοποιεί όλους τους ανθρώπους ως ανθρώπους και όχι ως μέλη μιας εθνικής οντότητας με τα εθνικά τους χαρακτηριστικά.

          Ο κοσμοπολιτισμός των απάτριδων βρίσκει δικαίωση στη θέση του Παλαμά «Του κόσμου είμαι πολίτης / πατρίδα έχω τη γη» (“Παράκαιρα”).

               Σε ένα άλλο σημείο ο Κ. Τσάτσος, μελετητής του έργου του Παλαμά ερμηνεύει με επιτυχή τρόπο τα πανανθρώπινα όνειρα και οράματα των ιδεολόγων και του Παλαμά “Μια είναι η πατρίδα της γυφτουριάς, η Γη η ακομμάτιαστη, η φύση με όλη την αιώνιά της  δύναμη. Πλάσματα της ανθρώπινης αθλιότητας είναι οι άλλες πατρίδες”.

                Οι θέσεις του Παλαμά και του Νίτσε συγκλίνουν στο βαθμό που ο Γύφτος και ο νιτσεϊκός Υπεράνθρωπος εμφανίζονται ως καταστροφείς των πατρίδων. Σχετικά ο Παλαμάς διακηρύσσει «Το γένoς  το μοιρόγραφτο είμαστε / που θα σκοτώση τις πατρίδες».

          Παραπλήσιες είναι και οι θέσεις του Νίτσε που δια στόματος Υπερανθρώπου τονίζει: “Πάνω από όλα τα βουνά αγναντεύω, γυρεύοντας πατρίδες και μητρική γη. Μα πατρίδα δεν βρήκα πουθενά, δε μένω σε καμιά πολιτεία και κάθε πόλη είναι μια αναχώρηση για μένα. Ξένοι  μού είναι κι ένα περιγέλιο οι τωρινοί, που τώρα στερνά ακόμα τραβούσανε την καρδιά μου κι είμαι εξορισμένος από κάθε πατρίδα και μητρική γη…”.

                                  Ο  Λένιν και ο Μπακούνιν για την Πατρίδα

            Διάχυτη είναι η εντύπωση σε πολλούς πως ο κομμουνισμός και ο αναρχισμός ως θεωρίες και ιστορική πραγματικότητα είναι ταυτισμένοι με την άρνηση της Πατρίδας. Κι αυτό γιατί και οι δυο θεωρίες-ιδεολογίες πρεσβεύουν σε μια κοινωνία πανανθρώπινη όπου θα εκλείπουν εκείνα τα στοιχεία που χωρίζουν τους ανθρώπους και επωάζουν την ταξική εκμετάλλευση. Στο όνομα, δηλαδή, της διεθνιστικής αλληλεγγύης και της ενότητας του προλεταριάτου κάθε αναφορά στην πατρίδα λειτουργεί ως στοιχείο αναιρετικό του πυρήνα των ιδεολογιών αυτών.

            Έτσι ερμηνεύονται και κάποιες ακραίες θέσεις πως ο κομμουνισμός και ο αναρχισμός μισούν κάθε πατρίδα, αφού αυτή συνοδεύεται αναγκαστικά από σημαίες, σύνορα και στρατούς με ό,τι συνεπάγονται όλα αυτά για την ενότητα του παγκόσμιου προλεταριάτου.


             Ωστόσο, η ιστορική πραγματικότητα διαψεύδει όλους εκείνους που προβάλλουν ως αρνητές της πατρίδας τις δύο παραπάνω θεωρίες. Η παράθεση κάποιων σχετικών θέσεων με το θέμα αυτό ίσως βοηθήσει στην άρση κάποιων λανθασμένων προσεγγίσεων. Ειδικότερα παρατίθενται οι απόψεις των Λένιν και του Μπακούνιν που φωτίζουν πολύπλευρα τη σχέση τους με την έννοια Πατρίδα:

       “Η Πατρίδα, δηλαδή, το δοσμένο πολιτικό, πολιτιστικό και κοινωνικό περιβάλλον, είναι ο πιο ισχυρός παράγοντας στην ταξική πάλη του προλεταριάτου” ( Λένιν, «Άπαντα»).

          Η θέση αυτή του Λένιν διαψεύδει όλους εκείνους που διατείνονται πως η Πατρίδα ως θεσμός ακυρώνει την ταξική πάλη του προλεταριάτου.

           Σε κάποιο άλλο σημείο ο Λένιν σημειώνει:

          “Εμείς αγαπάμε τη Γλώσσα και την Πατρίδα μας. Εμείς πονάμε περισσότερο από κάθε άλλον, όταν βλέπουμε και αισθανόμαστε σε τι βία, καταπίεση και εξευτελισμό υποβάλλουν την όμορφη Πατρίδα μας”.

             Ποιος θα μπορούσε να διαφωνήσει με τις παραπάνω θέσεις του Λένιν χωρίς να κινδυνεύει να χαρακτηριστεί ως αμαθής των λόγων και των πράξεων εκείνου του ανθρώπου που έδωσε μορφή - με όλες τις αστοχίες ή και επιτυχίες – στις ιδέες του Μαρξ;

           Περισσότερο, όμως, μάς ξαφνιάζουν οι θέσεις του πατέρα του αναρχισμού, του Μπακούνιν:

       “Το κράτος δεν είναι η Πατρίδα. Είναι η αφαίρεση, ο μεταφυσικός, μυστικιστικός, πολιτικός, νομικός μύθος. Οι λαϊκές μάζες  όλων των χωρών αγαπούν βαθιά την πατρίδα τους. Αλλ’ αυτό είναι μία φυσική πραγματική ανάγκη”.

            Με βάση τις θέσεις αυτές του Μπακούνιν δικαιολογείται και η αποδοχή του Πατριωτισμού ως γεγονός.

                      “ Ο πατριωτισμός του λαού δεν είναι ιδέα, αλλά γεγονός” .

         Σε ένα άλλο σημείο η θέση του Μπακούνιν για την Πατρίδα προχωρά πιο πολύ:

           “Η Πατρίδα, η εθνικότητα και η ατομικότητα, είναι ένα γεγονός φυσικό και κοινωνικό, ψυχολογικό και ιστορικό ταυτόχρονα. Δεν είναι μία θεωρητική αρχή”.

           Παραγωγικά σκεπτόμενος ο Μπακούνιν νομοτελειακά φθάνει και στις παρακάτω θέσεις που ξαφνιάζουν με την τόλμη και τη διεισδυτικότητά τους:

          “…Γι αυτό, λοιπόν, αισθάνομαι ειλικρινά και πάντα τον πατριώτη κάθε καταπιεσμένης πατρίδας.

       Η Πατρίδα αντιπροσωπεύει το ιερό και αδιαφιλονίκητο δικαίωμα κάθε ανθρώπου, κάθε ομάδας ανθρώπων, ενώσεων, κοινοτήτων, περιοχών, εθνών, να αισθάνονται, να σκέπτονται, να θέλουν και να δρουν κατά τον  τρόπο τους και ο τρόπος αυτός είναι πάντα το αναμφισβήτητο αποτέλεσμα μιας μακροχρόνιας ιστορικής εξέλιξης”.


       Διαβάζοντας τις παραπάνω θέσεις του Μπακούνιν ακόμη και οι πιο δύσπιστοι απάτριδες θα συμφωνούσαν με το σκεπτικό του κορυφαίου θεωρητικού του αναρχικού κινήματος.

         Αξίζει, ωστόσο, και η παράθεση της επιλογικής θέσης του Μπακούνιν  για την Πατρίδα:

         “Υποκλινόμαστε, λοιπόν, μπροστά στην παράδοση, μπροστά στην ιστορία..αλλά μόνο γιατί έχουν περάσει πραγματικά μέσα στο αίμα και στη σάρκα, μέσα στις αληθινές σκέψεις και τη θέληση των σημερινών λαών…

       Γι αυτό, ειλικρινά είμαι ο πατριώτης όλων των καταπιεσμένων πατρίδων….… Είμαι Πατριώτης και διεθνιστής ταυτόχρονα”. («Γράμματα για τον πατριωτισμό», Φιλοσοφία Μπακούνιν, Εκδόσεις Πλέθρον, Ιούλιος 1984).

            «Θεός και Κράτος». Ειδικότερα πρεσβεύει πως η Πατρίδα και η θυσία γι αυτήν συνιστά εν μέρει μία φυσική αναγκαιότητα:

            “Μέχρι σήμερα ολόκληρη η ανθρώπινη ιστορία δεν ήταν παρά μία διαρκής κι αιματηρή θυσία εκατομμυρίων ταλαίπωρων ανθρώπινων υπάρξεων, προς τιμήν κάποιας αμείλικτης αφαίρεσης – Θεός, Πατρίδα, Δύναμη του Κράτους, εθνική τιμή….Τέτοια ήταν μέχρι σήμερα, η φυσική, αυθόρμητη κι αναπόδραστη πορεία των ανθρώπινων κοινωνιών. Δεν μπορούμε να την ανατρέψουμε. Οφείλουμε να υποταχθούμε σ’ αυτήν σε ό,τι αφορά το παρελθόν, όπως υποτασσόμαστε σε κάθε φυσική αναγκαιότητα. Πρέπει να πιστέψουμε ότι αυτός ήταν ο μόνος εφικτός τρόπος για τη διαπαιδαγώγηση της ανθρώπινης φυλής…”

           Σε ένα άλλο σημείο ο Μπακούνιν για να ερμηνεύσει την έννοια της ελευθερίας στους αρχαίους Έλληνες και Ρωμαίους σημείωνε στο έργο του «Θεός και Κράτος»:

           “Πίστευαν ότι ήταν οι ίδιοι προνομιούχοι σαν Έλληνες ή Ρωμαίοι, μόνο μέσα στην επικράτεια της πατρίδας τους και μόνον στο μέτρο που η τελευταία παρέμεινε ανεξάρτητη, δίχως να κατακτηθεί…”.

         Από τις παραπάνω θέσεις, λοιπόν, των Λένιν και Μπακούνιν καθίσταται κατανοητό πως η «Ταξική Πάλη» και η «Ενότητα του Προλεταριάτου» δεν αντίκεινται στην ύπαρξη και στο ρόλο της Πατρίδας.             

                                                Η Πατρίδα σήμερα

      Μπορεί ο καθένας να διατυπώνει τις ενστάσεις τους για τις θέσεις των “απάτριδων” από ιδεολογία που σε πολλά σημεία συγκλίνουν με κάποιες θέσεις του Παλαμά, αλλά όταν κληθεί να ορίσει το περιεχόμενο της Πατρίδας στην σημερινή εποχή, την εποχή της μετανεωτερικότητας, θα δυσκολευτεί πολύ. Κι αυτό γιατί τα δεδομένα που όριζαν την έννοια Πατρίδα στη ριζική της έννοια έχουν αλλάξει άρδην.

            Η λέξη Πατρίδα έπαψε πια να παραπέμπει στο επίθετο “πάτριος” ή στο “πατήρ-πατέρας” ή ακόμα και στην παραδοσιακή “πατριαρχία” των πρωτόγονων κοινωνιών. Ο παραδοσιακός δεσμός του ανθρώπου με την πατρική γη, τον τόπο καταγωγής του δεν αποδίδει πλέον την πραγματικότητα και το βαθύτερο περιεχόμενο της έννοιας Πατρίδα.

          Η απομάκρυνση του ανθρώπου από τη γη εξαιτίας της αστυφιλίας που την διευκόλυνε η εκβιομηχάνιση και εξαιτίας της διατύπωσης και της θέσπισης του δικαιώματος στην αυτονομία έδωσε νέο νόημα και περιεχόμενο στην έννοια Πατρίδα.

            Σήμερα η έννοια Πατρίδα είναι περισσότερο μνήμη και βίωμα όλων εκείνων που συνδιαμορφώνουν την ταυτότητά μας. Οι υπερεθνικές κοινότητες αδυνατίζουν τους παραδοσιακούς δεσμούς του ανθρώπου με το γενέθλιο τόπο και αντ’ αυτών επωάζουν άλλους δεσμούς, μνήμες και βιώματα.

          Στη λέξη Πατρίδα σήμερα ίσως συνυπάρχουν η ομάδα των αγαπημένων μας προσώπων, οι διάφορες συλλογικότητες που μάς εκφράζουν ιδεολογικά, οι χώροι και οι χώρες εργασίας, οι διαφορετικές γλώσσες που γνωρίζουμε, οι αγαπημένοι τόποι των διακοπών μας, το αίσθημα της ελευθερίας και της ασφάλειας που μάς παρέχει ένα κράτος και γενικά τα πολλά “εμείς” που νοηματοδοτούν την ύπαρξή μας και δίνουν ευκαιρίες εξωτερίκευσης και πραγμάτωσης των εσωτερικών μας δυνάμεων.

            Όταν κάποιος σήμερα γεννιέται σε έναν τόπο από γονείς από άλλους τόπους, μεγαλώνει σε έναν άλλο, σε κάποιον άλλο εργάζεται, σε κάποιον άλλο κάνει διακοπές και σε κάποιον άλλο τόπο ονειρεύεται να μετακομίσει γιατί πιστεύει πως εκεί θα υπάρχουν οι προϋποθέσεις στις επόμενες δεκαετίες για μια ζωή ανθρώπινη και με νόημα, τότε πώς θα ζητήσεις από αυτόν να σου πει ποιο τόπο ή χώρα θεωρεί Πατρίδα;

          Ερωτήματα και διλήμματα που δικαιώνουν όλους εκείνους που υποστηρίζουν πως η έννοια και το βίωμα της Πατρίδας ποικίλλει από άτομο σε άτομο. Το γεγονός αυτό επηρεάζει και την νοηματική οριοθέτηση της έννοιας "Εθνική Ταυτότητα”. Γι αυτό πολλοί ταυτίζουν την Πατρίδα με τη μνήμη που μάς βοηθά να δομήσουμε την προσωπική μας ταυτότητα, να νοηματοδοτήσουμε τη ζωή μας και να κωδικοποιήσουμε ή να αποκωδικοποιήσουμε τον κόσμο.

              Τι μπορεί να λέει στον σύγχρονο άνθρωπο το «Εις οιωνός άριστος αμύνεσθαι περί πάτρης»; Πόσοι θα υιοθετούσαν άκριτα πως η θυσία για την πατρίδα αποτελεί την ύψιστη τιμή και το απόλυτο χρέος για έναν άνθρωπο-πολίτη μιας χώρας;

        Πόσοι θα συμφωνούσαν με την αξιολόγηση του Σωκράτη σχετικά με την ανωτερότητα της πατρίδας έναντι πολλών άλλων, ακόμη κι από τους γεννήτορές μας;

        «Μητρός τε και πατρός και των άλλων προγόνων απάντων τιμιώτερον εστίν η πατρίς και σεμνότερον και αγιώτερον και εν μείζονι μοίρα και παρά θεοίς και παρ’ ανθρώποις τοις νουν έχουσιν» (Πλάτωνος “Κρίτων”,51a,51b, από την μητέρα και τον πατέρα και όλους τους άλλους προγόνους, η πατρίδα είναι πράγμα πολυτιμότερο και σεβαστότερο και αγιότερο και ανώτερο και κατά τη γνώμη των θεών και κατά τη γνώμη των ανθρώπων που έχουν φρόνηση).

         Ποιος θα μπορούσε  σήμερα στο όνομα του διεθνισμού και της συναδέλφωσης των λαών να διαγράψει τη λέξη «Πατρίδα» από το κάλεσμα-παιάνα του Αισχύλου; Ένα κάλεσμα που η λέξη Πατρίδα  εκτός από την αξιολογική βαθμίδα που κατέχει σε αυτό (για παιάνα αγώνα και ελευθερίας πρόκειται) εμπεριέχει όλα τα υπόλοιπα (παιδιά, γυναίκες, θεούς, και προγόνους).

         “Πατρίδα ή Θάνατος” (Patria o Muerte!). Με τη φράση-σύνθημα αυτό έκλεισε ο Τσε Γκεβάρα την ομιλία του στη συνέλευση του ΟΗΕ, στις 11 Δεκεμβρίου 1964. Ποιος θα μπορούσε  σήμερα να κατηγορήσει το πρόσωπο-σύμβολο της επανάστασης και της διεθνιστικής αλληλεγγύης για εθνικισμό και πατριδοκαπηλία ;  Ή ποιος θα έμπαινε σε μία διαδικασία να βρει τις εννοιολογικές διαφορές μεταξύ του Ταξικού και του Αστικού Πατριωτισμού;

             Αλήθεια πώς σχολιάζουν  οι περαστικοί όταν βλέπουν στα συνθήματα τοίχου να καταδικάζεται ο «μιλιταρισμός» (στρατοκρατία); Πόσο  μπορεί να γίνει αποδεκτή η παραπάνω θέση του συνθήματος των αναρχικών που χαρακτηρίζεται από μία έντονη αρνησιπατρία;  Πόσοι θα θυσίαζαν την πατρίδα τους στο όραμα μιας διεθνούς ειρήνης που προϋποθέτει τον πλήρη αφοπλισμό  και την κατάργηση κάθε όπλου;

 

              Τι νιώθουν και πώς αντιδρούν οι σημερινοί Έλληνες - εκτός από αυτούς που έχουν ποντιακή καταγωγή – ακούγοντας την σπαρακτική φωνή-κραυγή-κλάμα του τραγουδιστή στο τραγούδι-ύμνο στην χαμένη πατρίδα «Την πατρίδα μ΄έχασα;” (Την πατρίδα μ’ έχασα,/ άκλαψα και πόνεσα./ Λύουμαι κι αράθυμο, όι όι / ν’ ανασπάλω κι επορώ).

          O Αριστοτέλης Βαλαωρίτης είχε γράψει σε ένα ποίημά του «Νιώθω για σε, πατρίδα μου, στα σπλάχνα χαλασμό». Σήμερα ίσως κάποιοι να συγκλονίζονται με το στίχο αυτό, ίσως όμως κάποιοι άλλοι να καγχάζουν  και να μέμφονται την έννοια της πατρίδας, αφού ο καθένας μπορεί να εφεύρει πολλούς λόγους και αιτίες  που τρέφουν την αμφισβήτησή τους προς την πατρίδα τους. Εξάλλου για τους αρνησιπάτριδες  η αγάπη και η προσκόλληση σε μια πατρίδα δυσκολεύει την εύρεση της αλήθειας, όπως πρέσβευε και ο Βολταίρος:

                “ Όποιος θέλει να βρει την αλήθεια, δεν πρέπει να έχει πατρίδα”

         Όσοι προσπαθούν να δώσουν τον ορισμό της έννοιας Πατρίδας στο σήμερα ανακαλώντας στη μνήμη το ποίημα του Πολέμη «Τι είναι η πατρίδα μας» μάλλον ματαιοπονούν, γιατί θα βρεθούν σε πολλά αδιέξοδα. Κι αυτό γιατί οι αλλαγές είναι τόσο ταχύτατες και ριζικές που στο διάβα τους γκρεμίζουν  τα παραδοσιακά μας βάθρα και τα ακλόνητα στερεότυπά μας.

        Το ποίημα του Πολέμη ας το ξαναθυμηθούμε για να γυρίσουμε λίγο στην αθωότητα των παιδικών μας χρόνων και τίποτα παραπάνω:

       «Τι είναι η πατρίδα μας; Μην είν’ οι κάμποι; / Μην είναι τα’ άσπαρτα ψηλά βουνά; / Μην είναι ο ήλιος της, που χρυσολάμπει; / Μην είναι τα’ άστρα της τα φωτεινά; /…Όλα πατρίδα μας! Κι αυτά κι εκείνα…/ και κράζει μέσα μας: Εμπρός παιδιά!»                                                      

                                       Οι νέες Πατρίδες των Μεταναστών

            Κι ενώ μπορούμε να ερμηνεύσουμε τόσο το "Νόστο" του Οδυσσέα, την υπερηφάνια - ανθρωπιά και την θέληση του Αινεία για μία νέα Πατρίδα, όσο και τα «Γιούχα των Πατρίδων» του Γύφτου (που αποτυπώνει τις ανησυχίες ή και τον δυαδισμό του Παλαμά), άλλο τόσο φαίνεται αδύνατο και ακατανόητο οι Μετανάστες, άνθρωποι απελπισμένοι, να πνίγονται στην πιο ήσυχη θάλασσα του κόσμου (Μεσόγειος) γιατί διεκδίκησαν κι αυτοί το όραμα για μία νέα Πατρίδα.

            Πολλοί μιλούν για ένα «δικαίωμα στην κινητικότητα» στους πεινασμένους του τρίτου κόσμου. Πως αλλάζουν την σημασία των λέξεων για να αιτιολογήσουν και να δικαιολογήσουν το δουλεμπόριο ελπίδων και ψυχών! Πως εργαλειοποιούν το όραμα  μιας άλλης ζωής κάποιων ανθρώπων  στη νέα Πατρίδα για να πετύχουν την πληθυσμιακή αλλοίωση άλλων χωρών .

             Όλα αυτά μετά ονομάζονται «κανονικότητα» και όσοι φτιάχνουν τους φράχτες, τα φρούρια και τα τείχη ή ενεργοποιούν τα «push-back» είναι οι απάνθρωποι και οι πραγματικοί θύτες των πνιγμένων.

          Σε αυτό το αχρείο δίπολο της υποκρισίας και της απανθρωπιάς δεν χάνονται μόνον αθώες ανθρώπινες ψυχές χωρίς δικαίωση, αλλά και η αλήθεια που θα βοηθούσε να βρεθούν τρόποι για να πούμε «Ποτέ πια άλλοι τέτοιοι υγροί τάφοι». Αυτήν την υποκρισία και την κίβδηλη ανθρωπιά αλλά και την αρπακτικότητα των συμφερόντων είχε καταγγείλει ο Παλαμάς λέγοντας:

         “Και είν’ οι τάφοι σαν τραπέζια, / και προσμένουν να στρωθούν / πλούσια φαγοπότια απάνω τους / κι ολοτρόγυρα σε κείνα / χ α ρ ο κ ό   π ο ι  ροδοστέφανοι / να ξημερωθούν”.

                Πόσο προφητικό και πόσο αληθινό αλλά και πόσο επίκαιρο!

          Εν τω μεταξύ οι αρμόδιες ελληνικές αρχές και οι παγκόσμιοι οργανισμοί μετρούν τους επιζώντες, πενθούν  και υπόσχονται μέτρα για την ανακούφισή τους. Είναι οι ενοχές όλων εκείνων, αλλά και όλων μας, που ζώντας σε «νησίδες ευημερίας» σε ένα «αρχιπέλαγος δυστυχίας, ανισότητας και εξαθλίωσης» εξεγείρονται κάπου-κάπου και με όχημα την ηθική, την ανθρωπιά και την αλληλεγγύη  υπόσχονται την οικουμενική αδελφοσύνη  για να μην νιώθει ποτέ και πουθενά “ξένος” ο ξένος….

         “Κι εγώ απ’ όπου κι αν περάσω, / σ’ όποια γη, σ’ όποια γωνιά, / μπρος στη φύση, μέσ’ στον κόσμο, / στην ερμιά, στη συντροφιά, / ξ έ ν ο ς πάντα με το ξένο, / ξ έ ν ο ς και με το δικό” (Δωδεκάλογος του Γύφτου).

            Στον προβληματισμό για την «μεταναστευτική κινητικότητα», που τείνει να γίνει κανονικότητα, προστίθεται και ο φόβος κάποιων μήπως έχουμε επανάληψη του φαινομένου της εποχής των Βησιγότθων. Εκείνο που τους καθησυχάζει - δεν ξέρω για πόσο ακόμη - είναι η απουσία ενός νέου Αλάριχου.

          Το μέλλον θα δείξει αν  θα δικαιωθεί η ρήση του Μαρξ πως η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται. Κι όταν επαναλαμβάνεται, «επαναλαμβάνεται την πρώτη φορά  σαν τραγωδία και τη δεύτερη σαν φάρσα».

         Άραγε ας κοιμηθούμε ήσυχοι μετά την λήξη και του πένθους κι ας επιστρέψουμε στη δική μας κανονικότητα, αφού η επιλογή  είναι εύκολη ανάμεσα στην τραγωδία και τη φάρσα. 

          Εξάλλου έναν Λαυρέντη κρύβουμε όλοι μέσα μας…

    “Α, ρε Λαυρέντη…/ Κοιμού εν ειρήνη. Ως ήσουν πάντα στη ζωή: o / καλός,/ ο λαμπρός άνθρωπος, ο οικογενειάρχης, ο /  Π α τ ρ ι ώ τ η ς” (Επιτύμβιον, Μανόλη Αναγνωστάκη).

                                              *Βιβλιογραφία

             1. «Ο δωδεκάλογος του γύφτου» (Κ. Παλαμά)

             2. «Ο Παλαμάς και η εποχή του» (Αιμ. Χουρμουζίου)

             3. Περιοδικό «Εστία», τ.397,Χριστούγεννα 1943

            4 .Περιοδικό «Λόγος και Πράξη», τ.16, Χειμώνας 1982.

            5. «Τάδε έφη Ζαρατούστρα» (Νίτσε)

            6. «Θεός και Κράτος» (Μ. Μπακούνιν, εκδόσεις Ελεύθερος Τύπος).

            7. «Ιστορία της Αναρχίας» (Max Nettlau, Εκδόσεις “Διεθνής Βιβλιοθήκη”)

            8. «Πρόσωπα και Ιδέες, Μπακούνιν», Εκδόσεις Πλέθρον).

      *Το παρόν κείμενο βρίσκεται και στο βιβλίο «Θεσσαλικά Σύμμεικτα», τόμος 1, της Φ.Ι.Α.Λ.Ε.Θ (2024).





 

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Κριτήριο Αξιολόγησης στη Νεοελληνική Γλώσσα, Γ΄ Λυκείου (Νέες τεχνολογίες – Τεχνητή Νοημοσύνη)

Κριτήριο Αξιολόγησης στη Νεοελληνική Γλώσσα και τη Λογοτεχνία, Γ΄ Λυκείου (Βία)

Η «Παγίδα του Θουκυδίδη» και η Ρωσία που βρυχάται...

Κριτήριο Αξιολόγησης στη Νεοελληνική Γλώσσα, Γ΄ Λυκείου (Αγωνιστικότητα ή φυγή;)