Διάλογος και Πολιτική

«Λόγος δυνάστης μέγας εστί» (Γοργίας)

Ο διάλογος δεν αποτελεί μόνον γνώρισμα μιας κοινωνίας από πολίτες ελευθερόφρονες αλλά και την αναγκαία προϋπόθεση λειτουργίας μιας υγιούς δημοκρατίας. Γι’ αυτό ο πολιτικός διάλογος εκτός από τα «αυτονόητά» του (επιχειρήματα, θέσεις, σαφήνεια, σεβασμός στην άλλη θέση…) διακρίνεται κι από την «πολιτική ηθική» των συμμετεχόντων σε αυτόν πολιτικών. «Πολιτική ηθική» σημαίνει αποφυγή του ψεύδους και παραποίησης της αλήθειας, διακονία του κοινωνικού συμφέροντος, άρνηση του λαϊκισμού και της συνθηματολογίας και κυρίως γνώση της τέχνης και της τεχνικής να συνθέτουμε τα αντίθετα. Κι αυτό γιατί η πολιτική προϋποθέτει το «Λόγο», με την διττή του σημασία (Σκέψη και λέξη) και φυσικά τους νόμους της διαλεκτικής


  Η διαλεκτική του Λόγου

«Εν αρχή ην» ο Λόγος, λόγος θρησκευτικός, θεϊκός και με την έννοια του δημιουργού και της «πρωταρχής» του κόσμου και των όντων «του δε λόγου τουδ’ εόντος αεί αξύνετοι γίνονται άνθρωποι και πρόσθεν ή ακούσαι και ακούσαντες το πρώτον γινομένων γαρ πάντων κατά τον λόγον τον δε απείροισι εοίκaσι…», (Και μολονότι αυτός ο λόγος είναι κοινός, οι άνθρωποι γίνονται ασύνετοι παντοτινά, και πριν τον ακούσουν, και όταν τον ακούσουν για πρώτη φορά. Γιατί μολονότι τα πάντα γίνονται σύμφωνα με αυτόν τον λόγο, μοιάζουν σαν να μην τον γνωρίζουν).

«Είτα ην» ο Μυθικός Λόγος, απουσία του «Λόγου» ή Λόγος «αιμύλιος»; «Ο γαρ μύθος σύγκειται εκ θαυμασίων». Ύστερα ο μονόλογος, ο Λόγος γίνεται μονόδρομος, διαταγή, εξουσιαστικός. Κατόπιν ο αντίλογος, ο Λόγος γίνεται αντίρρηση, διαμαρτυρία, αμφισβήτηση. Μετά ο διάλογος, ο Λόγος γίνεται αμφίδρομος, συνομιλία, επικοινωνία και πράξη πολιτική. Αργότερα έρχεται το διαζύγιο του διαΛΟΓΟΥ με το Νου, τα δόγματα, οι αυθεντίες, οι προκαταλήψεις και η «ακινησία» του νου. Στη συνέχεια, ο Λόγος ξυπνά από τη χειμερία νάρκη με τη μορφή του Αντίλογου σ’ όλα τα παραπάνω, πάλι αντίρρηση, αμφιβολία, αμφισβήτηση και αντίθεση. Ο Λόγος γίνεται όπλο Κοινωνικό, Πολιτικό, Οικονομικό και Φιλοσοφικό. Ο Διάλογος και πάλι επιβάλλεται και καθιερώνεται. Τώρα, όμως, μεταμορφώνεται σε Διάλογο Μονολόγων και δεν ξέρω από το πάντρεμα δύο Μονολόγων τι θα γεννηθεί.

Ο Ζήνων, ο Ηράκλειτος, ο Πρωταγόρας, ο Σωκράτης, ο Χέγκελ, ο Μαρξ, ο απλός άνθρωπος της πρωτόγονης κοινωνίας και ο σημερινός των U.F.O. είναι οι γονείς του λόγου και της διαλεκτικής του πορείας.

Τα παραπάνω δεν φιλοδοξούν να αποτελέσουν μια ιστορική αναδρομή της πορείας του λόγου μέσα στο «ιστορικό γίγνεσθαι». Είναι όμως κάτι παραπάνω από φανερό, το πόσο ο λόγος, ως πράξη επικοινωνιακή, επηρέασε βαθύτατα όχι μόνο τις διαπροσωπικές σχέσεις των ανθρώπων, αλλά και τις πολιτικές διακυμάνσεις αυτών.


Ο Λόγος, ως πράξη πολιτική, ταυτίστηκε με την εμφάνιση της Δημοκρατίας στην αρχαία Ελλάδα. Τότε που:

«Απάντων γαρ αυτόν πεποίηκεν ο δήμος κύριον και πάντα διοικείται ψηφίσμασι και δικαστηρίοις εν οις ο δήμος εστίν ο κρατών. Και γαρ αι της βουλής κρίσεις εις τον δήμον εληλύθασιν…».(Αριστοτέλους «Αθηναίων πολιτεία»)

Ο λόγος με την μορφή του διαλόγου αναδεικνύεται σε πεμπτουσία της πολιτικής ζωής της πόλης, αφού επιτρέπει τη διαχείριση των κοινών με διαφάνεια και αποτρέπει την οξύτητα της επίπεδης και μονοσήμαντης συνθηματολογικής αντιπαραβολής. Η κυριαρχία του διαλόγου ως επικοινωνιακή και πολιτική πράξη είναι αυτή που διαφοροποίησε την πολιτική κοινωνία (societa politica) από όλες τις προηγούμενες κοινωνίες. Η ανάπτυξη του διαλόγου είναι που απέκλεισε αυταρχικές μορφές διακυβέρνησης και έκανε την αρχαία αγορά της Αθήνας μοναδικό και ανεπανάληπτο χώρο πολιτικής επικοινωνίας:

«…ηγησάμενοι θηρίων μεν έργον είναι υπ’ αλλήλων βία κρατείσθαι, ανθρώποις δε προσήκειν νόμω μεν ορίσαι το δίκαιον, λόγω δε πείσαι… υπό νόμον μεν βασιλευομένους, υπό λόγου, δε διδασκομένους…».(Λυσίας, Επιτάφιος τοις Κορινθίων βοηθοίς)

Αν η ανάπτυξη της γλώσσας και η κυριαρχία του λόγου σημάδεψαν μια ολόκληρη εποχή (Αθήνα 5ος αιώνας π.Χ.), αυτό δε μάς στερεί το δικαίωμα να ενοχοποιήσουμε το λόγο και τη γλώσσα των σημερινών πολιτικών ηγητόρων για όσες παρενέργειες και καρκινώματα εμφανίστηκαν κατά τις τελευταίες δεκαετίες στις σύγχρονες δημοκρατικές κοινωνίες από την άσκηση της πολιτικής εξουσίας. Και όλα αυτά «γιατί οι επίσημοι θεσμοί της γλώσσας είναι μηχανισμοί επανάληψης: το σχολείο, τα σπορ, η δημοσιότητα, το τραγούδι, η πληροφόρηση επαναλαμβάνουν την ίδια δομή, την ίδια σημασία, συχνά, και ακόμα και τις ίδιες λέξεις. Εδώ, το στερεότυπο είναι ένα πολιτικό γεγονός, η κυρίαρχη μορφή της εξουσίας», (Barthes).

 


Πολιτική και Λόγος

Η πολιτική,«Η πολιτική, υπό την υψίστην έννοιά της είναι η ζωή και η ζωή είναι η πολιτική, κάθε ανθρώπου αφού γίνεται, είτε το θέλει είτε όχι, άλλοτε υποκειμενικός συντελεστής κι άλλοτε αντικειμενικός στόχος αυτού του αγωνιστικού φαινομένου…» (Σπέγκλερ), ορίζεται ως η τέχνη του «διοικείν» σπάνια βέβαια του «ευ διοικείν» για το λαό. Ένα από τα μέσα που χρησιμοποιεί αυτή για την κατάληψη και την άσκηση της εξουσίας (στοιχείο που νομιμοποιεί κάποιον για τη δυνατότητα διοίκησης) είναι ο λόγος, ο πολιτικός λόγος. Ο λόγος είναι μέσο έκφρασης σκέψεων και συναισθημάτων, γίνεται όργανο επηρεασμού, επιβολής και χειραγώγησης της πολιτικής συνείδησης των πολιτών. Ο πολίτης σ’ ένα προχωρημένο στάδιο έχεις τις ίδιες ή παραπλήσιες απόψεις με εκείνες ου κομματικού του φορέα και γενικότερα του κυρίαρχου πολιτικού δόγματος, με τις απαραίτητες αποκλίσεις και αποχρώσεις.

«Σε χίλιους ανθρώπους μετα βίας θα βρούμε έναν για τον οποίο θα μπορούσαμε να πούμε, όχι απόλυτα, αλλά σχετικά, ότι έχει μια αυτόνομη βούληση και σκέψη. Η μεγάλη πλειοψηφία των ατόμων, όχι μόνον στις ακαλλιέργητες μάζες, αλλά και στις εκπολιτισμένες και προνομιούχες τάξεις, θέλουν και σκέφτονται ό,τι θέλει και σκέφτεται όλος ο κόσμος γύρω τους. Νομίζουν, αναμφίβολα, ότι θέλουν και σκέφτονται μόνοι τους, αλλά πετυχαίνουν να επανεμφανίζουν, δουλικά και μηχανικά, με εντελώς ανεπαίσθητες και μηδαμινές τροποποιήσεις τις σκέψεις και επιθυμίες των άλλων», (Μπακούνιν).

Πολλοί είναι αυτοί που διαφωνούν με τη γενικότερη φιλοσοφία του αναρχικού Μπακούνιν. Πόσοι, όμως, διαφωνούν με την παραπάνω θέση;

Έχοντας το παραπάνω φαινόμενο σαν δεδομένο, οι κατέχοντες την τεχνική του «ευ λέγειν» αρθρώνουν λόγο εύπεπτο και χαμηλών προδιαγραφών, αφού απευθύνονται σε δέκτες ακροατές ή αναγνώστες που είναι πρόθυμοι να δεχθούν ό,τι είναι ενδιαφέρον και κατανοητό. Για τα δύο τελευταία έχουν μεριμνήσει από πριν οι ειδικοί της διαμόρφωσης της κοινής γνώμης, επιτυγχάνοντας να δημιουργήσου πολίτες, που θεωρούν ενδιαφέροντα και κατανοούν μόνον, όσα λέγονται από τους ένοικους της κορυφής των κομματικών πυραμίδων. Όλα αυτά ίσως να παραπέμπουν σε εποχές που η κυριαρχία του πολιτικού Μονόλογου ήταν εμφανής και αναμφισβήτητη. Τώρα όμως που ο Διάλογος είναι απαίτηση και πραγματικότητα, πόσο αισιόδοξοι μπορούμε να είμαστε;

Οι τρεις συνιστώσες του σύγχρονου πολιτικού διαλόγου ο Πομπός – κόμματα και πολιτικοί ηγέτες, ο Δέκτης – Λαός και το Μήνυμα – ο πολιτικός λόγος πρέπει να αλληλοκαθορίζονται και να ανατροφοδοτούνται. Όταν μια από τις συνιστώσες δεν λειτουργεί σωστά ή χρησιμοποιείται για «αλλότριους» σκοπούς, τότε ο διάλογος είναι αδύνατος ή και διαβλητός.    Σ’ ένα διάλογο τα δύο μέλη του διωνύμου Πομπός – Δέκτης πρέπει να θέλουν να επικοινωνήσουν, να έχουν να πουν κάτι δικό τους και κυρίως να στοχεύουν και τα δύο στη βελτίωση των όρων του πολιτικού παιχνιδιού, φυσική και αναγκαία συνθήκη για την ομαλή οξυγόνωση της Δημοκρατίας.

Προβλήματα διαλόγου

Τα προβλήματα του πολιτικού διαλόγου αρχίζουν από τη στιγμή που τη θέση του πομπού την κατέχουν σε μόνιμη βάση οι κομματικοί ρήτορες και τη θέση του δέκτη ο «άλαλος και συνθηματολογών» λαός. Όταν ο Δέκτης – πολίτης δε γίνεται πομπός δικού του μηνύματος – λόγου κι όταν ο Πομπός – Κόμμα, πολιτική ηγεσία δε γίνεται δέκτης του μηνύματος – λόγου του λαού, έχουμε ρήξη της επικοινωνίας και άρνηση του διαλόγου. Παραβλέπω την περίπτωση κατά την οποία οι τρόφιμοι της εξουσίας παραμορφώνουν το μήνυμα του λαού «κατά το δοκούν» και το χρησιμοποιούν, όχι σπάνια, εναντίον αυτού που το έστειλε, του λαού.

Όταν ο πομπός – κόμμα έρχεται στο διάλογο για να επιβάλλει τις απόψεις του χρησιμοποιώντας όλες τις σύγχρονες τεχνικές και ο δέκτης – λαός αρκείται στην πληροφόρηση των Μ.Μ.Ε. σε άναρθρες κραυγές, στις σκηνοθετημένες πλαστικές συγκεντρώσεις και σπάνια δηλώνει τη δυναμική του παρουσία για θέματα καυτά όπως π.χ. ανεργία, νέφος, οικολογική καταστροφή, τότε οι ψευδαισθήσεις για την αποτελεσματικότητα του διαλόγου είναι πραγματικότητα.

Ο πομπός – κόμμα πάντα ήταν αυτάρκης σε λόγο. Γνωστές είναι και οι προθέσεις – προσπάθειες για αποκλεισμό ή ελαχιστοποίηση της κριτικής και αντίθετης σκέψης του πολίτη – δέκτη. Σημασία έχει με ποιον τρόπο μέσα από το διάλογο θα μπορέσουμε να κάνουμε και τον πολίτη ικανό, πρώτα να συνειδητοποιήσει το ρόλο του στη διαδικασία του διαλόγου και ύστερα να αρθρώσει δικό του λόγο, αυτόνομο και πρωτοποριακό.


«Επαινώ γλώτταν εύφημον φέρειν, σιγά όπου δεί και λέγειν τα καίρια»

(Αισχύλος: Μου αρέσει αυτός που μιλάει ωραία, που σωπαίνει όπου χρειάζεται και μιλά σωστά όταν πρέπει)

Η τρίτη συνιστώσα του πολιτικού διαλόγου, το μήνυμα – ο πολιτικός λόγος, έχει περιέλθει πλέον στα μαγειρεία των ψυχολόγων και κοινωνιολόγων των κομμάτων, γιατί γνωρίζουν πολύ καλά τη δύναμη και τη δυναμική του. «Τα λόγια κερδίζουν πολέμους ή πουλάνε σαπούνι, κινούν ανθρώπους, συγκρατούν ανθρώπους», (C. WrihtMills, 1956). Εδώ υπερέχει κατά κράτος ο πομπός – κόμμα έναντι του δέκτη – οπαδού πολίτη. Το κόμμα έχει λόγο, εύκολα βρίσκει τα κομματικά φερέφωνα και γνωρίζει πολύ καλά την τεχνική της συνεχούς και αποτελεσματικής διαρροής του μηνύματος από την πηγή στο δέκτη.

Ο Δέκτης – πολίτης έχει σήμερα δικό του μήνυμα – λόγο; Ο λόγος τους νομιμοποιεί τις πράξεις της εξουσίας ή τις αμφισβητεί; Μονιμοποιεί την εξουσιαστική ιεραρχία ή την αρνείται; Ο λόγος του πολίτη αντιστέκεται στο στόχο της πολιτικής ηγεσίας για ομοιομορφοποίηση της κοινής γνώμης; Πόσο ο σύγχρονος πολιτικός λόγος του λαού μπορεί να απεγκλωβιστεί από τη γοητεία των προσώπων και των συμβόλων, και να χαράξει καινούργιους δρόμους; Και όσοι έχουν να πουν κάτι ξεχωριστό ή χάνονται στο ναρκισσισμό τους (περίπτωση αυτιστικού λόγου) ή προβάλλονται ως γραφικές φιγούρες κακόγουστες γελοιογραφίες του ουτοπικού από τα οργανωμένα και ανώνυμα κέντρα εξουσίας.

Τα «πρέπει» του πολιτικού διαλόγου

Ένας γόνιμος πολιτικός διάλογος χρειάζεται επανακαθορισμό των ρόλων και των σχέσεων των δύο πόλων αυτού, του πομπού και του δέκτη, και κυρίως χρειάζεται να προσεχτεί τόσο η ουσία του μηνύματος – πολιτικού λόγου όσο και η χρήση αυτού. Πρέπει να αποκτήσει και ο δέκτης – πολίτης την ικανότητα να παράγει δικό του μήνυμα – λόγο και όχι μόνο να λειτουργεί ως καλός καταναλωτής τυποποιημένων και ισοπεδωτικών ιδεολογικών σχημάτων. Το μήνυμα – λόγος του πομπού και του δέκτη δε θα πρέπει να αναπαράγει τα παραδοσιακά σχήματα και στερεότυπα, αλλά να διανοίγει προοπτικές για τη νέα σκέψη και το γονιμοποιό προβληματισμό. Αυτά θα επιτευχθούν μόνο όταν δημιουργηθούν συνθήκες ικανές για την κατάκτηση της αυτονομίας του σύγχρονου ανθρώπου.

«Αυτονομία όμως δε σημαίνει ιδιώτευση. Είναι μάλλον επιθυμία και η επικράτηση του αυτοπροσδιορισμού και της αυτοπραγμάτωσης του ανθρώπου μέσα στην ιστορία και την κοινωνία. Είναι η αυτοδημιουργία του ανθρώπου ως είδους, ως ατόμου, ως παραγωγού και ως πολίτη όταν αυτός δεν υποτάσσει τη δράση και τη σκέψη  του σε οποιαδήποτε υπερβατική νομιμοποιητική Αρχή είτε αυτή εισπράττεται ως Φύση, Θεός, Πνεύμα, είτε επίσης ως Σοσιαλισμός, Ιστορία, Κοινωνία, κ.λ.π. Το αίτημα λοιπόν της αυτονομίας είναι βαθύτατα συλλογικό όσο και ατομικό», (Andre Gortz, Αντίο προλεταριάτο).

Ο πολιτικός διάλογος – καθαρά αρχαιοελληνική εφεύρεση – πρέπει να υπηρετεί τη Δημοκρατία και όχι να τη χρησιμοποιεί για σκοπούς ξένους προς αυτήν. Πρέπει να λειτουργεί ως παράγοντας υγιούς πολιτικής κοινωνικοποίησης και όχι ως μέσο μιας άκριτης και άλογης ενσωμάτωσης των ατόμων στο πολιτικό γίγνεσθαι. Η πολιτική τότε θα καταξιωθεί, όταν ο λόγος της θα παράγει νέες δημιουργικές ιδεολογίες και όχι κακόγουστα ιδεολογήματα. Ιδεολογίες που θα κινητοποιούν το λογικό των ανθρώπων και δε θα τρέφουν αρρωστημένες ιδεοληψίες. Ο Διάλογος οφείλει να πείθει και όχι να δημαγωγεί κοροϊδεύοντας ανύποπτους πολίτες και κομματικά ανδράποδα. Διαφορετικά λίγο απέχει η επιβεβαίωση  του αποφθέγματος του Αβραάμ Λίνκολν: «Μπορείς να κοροϊδεύεις όλο τον κόσμο μερικές φορές. Μπορείς να κοροϊδεύεις ένα μέρος του κόσμου κάθε φορά. Αλλά δεν μπορείς να κοροϊδεύεις όλο τον κόσμο κάθε φορά».

 

Ο λόγος με τη μορφή της έκφρασης της αλήθειας διαπαιδαγωγεί και διαμορφώνει την πολιτική συνείδηση. Δεν έχουμε ανάγκη από τους «ρήτορες του ψεύδους» αλλά από τους θιασώτες της «πολιτικής ορθοέπειας».

«Όσον εν πολέμω σίδηρος δύναται, τοσούτον εν πολιτεία λόγος ευ έχων ισχύει»

(Σόλων: Όση αξία έχει στον πόλεμο το σίδερο,

τόση αξία έχει στην πολιτική η καλή ομιλία)

 

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Κριτήριο Αξιολόγησης στη Νεοελληνική Γλώσσα, Γ΄ Λυκείου (Νέες τεχνολογίες – Τεχνητή Νοημοσύνη)

Κριτήριο Αξιολόγησης στη Νεοελληνική Γλώσσα και τη Λογοτεχνία, Γ΄ Λυκείου (Βία)

Η «Παγίδα του Θουκυδίδη» και η Ρωσία που βρυχάται...

Κριτήριο Αξιολόγησης στη Νεοελληνική Γλώσσα, Γ΄ Λυκείου (Αγωνιστικότητα ή φυγή;)