Ο χρόνος στην καθημερινότητά μας…
Α ρε χρόνε αλήτη
πού ανθρώπους κι
αγάπες σκορπάς…
Το τέλος κάθε
χρόνου δεν μας «υποχρεώνει» μόνο σε έναν αναγκαίο απολογισμό των «πεπραγμένων» αλλά αναδεικνύει και την αμηχανία μας
απέναντί του. Άλλοι μελαγχολούν για
το πέρασμά του κι άλλοι επιθυμούν την επίσπευση
του τέλους του. Αυτή η αμφιθυμία των
ανθρώπων απέναντι στο χρόνο δεν φανερώνει μόνο το «απροσδιόριστο» της ουσίας του αλλά και την «πνευματική απορία» τους για το αν ο χρόνος και το πέρασμά του
συνιστά κάτι θετικό ή αρνητικό για τη ζωή τους.
Σκέψεις, διαθέσεις… και χαρακτηρισμοί για το χρόνο.
Η
Λίνα Νικολακοπούλου συμπεραίνει και καταλήγει στον χαρακτηρισμό «αλήτη» γιατί διαλύει ανθρώπους και
αγάπες. Ο καταστροφικός ρόλος του χρόνου αποτυπώθηκε εναργέστερα με τη λέξη «ολετήρ»
που κινείται στα όρια του ουσιαστικού και του επιθέτου. Στο τραγούδι «ο
ταξιδιώτης» ο ποιητής Γκάτσος εγκαλεί το χρόνο για την προδοτική του λειτουργία:
«Πού πας του ονείρου ταξιδιώτη / στερνή αγάπη μου και πρώτη / από
το χρόνο τον προδότη / ποτέ δεν ζητούσε κανείς…..»
Τη
σκληρότητα και την «αναλγησία» του χρόνου την ανιχνεύουμε και σε ένα τραγούδι
του Μάνου Χατζιδάκη «Χρόνε νυχτοπούλι παγερό». Ο χρόνος σε αυτό παρουσιάζεται
ως αδυσώπητος και πρόξενος αρνητικών συναισθημάτων για τον άνθρωπο «Χρόνε νυχτοπούλι
παγερό / κόβεις με μαχαίρι τον καιρό / γρήγορα πετάς / πίσω δεν κοιτάς / τον
απάνω κόσμο το μεγάλο. / Χρόνε παραμύθι λαμπερό / σμίγεις τη φωτιά με το νερό /
γρήγορα περνάς / πίσω δε γυρνάς / πίκρες μας κερνάς και τίποτ΄ άλλο….»
Τους αρνητικούς
αφορισμούς - χαρακτηρισμούς για το χρόνο τούς εντοπίζουμε και σε ένα άλλο
τραγούδι (στίχοι Γιάννη Κακουλίδη) με τη μορφή προτροπής ή και κατάρας «Να σε ροκανίζει ο χρόνος και να ρουφάει σα
φίδι / είναι της φιλοσοφίας τ΄ ασταμάτητο το παιχνίδι».
Στους αρνητικούς χαρακτηρισμούς
του χρόνου μπορούν να προστεθούν και φράσεις καθημερινές που λειτουργούν ως μία
μορφή κατάρας, αναθεματισμού ή μιας επίκλησης για την επέλευση του κακού σε
κάποιο μισητό μας πρόσωπο, όπως: «Κακό
χρόνο να έχεις» ή «τον κακό σου τον
καιρό».
Όταν θέλουμε να
καταγράψουμε τα αρνητικά στοιχεία μιας ασθένειας πολλές φορές χρησιμοποιούμε
λέξεις παράγωγες του χρόνου, όπως: χρόνια
ασθένεια ή πάθηση (μόνιμη
αναπηρία, χρόνια κατάθλιψη) ή ακόμα και χρόνιο
ή χρονίζον πρόβλημα (π.χ. Η
κυβέρνηση τόλμησε να επιλύσει ένα χρονίζον πρόβλημα...)
Οι θετικές αναφορές για το χρόνο
Ωστόσο δεν λείπει,
τόσο η θετική αξιολόγηση όσο και η αναγνώριση – αποδοχή του χρόνου ως κάτι
θετικού για τη ζωή μας. Γνωστές είναι οι φράσεις: «ο χρόνος όλα τα σβήνει», «ο
χρόνος όλα τα γιατρεύει», «ο χρόνος
είναι ο καλύτερος γιατρός». Πιστεύεται, δηλαδή, πως ο χρόνος μπορεί να
κερδίσει τη μάχη με τη μνήμη που συνήθως επιμένει να διαφυλάσσει στα δώματά της
εκείνα τα στοιχεία που συνθέτουν το αρνητικό ή το θετικό πλαίσιο ζωής του
παρελθόντος μας.
Πάντοτε η έλευση
του νέου χρόνου ή γενικότερα η «αυριανή μέρα» λειτουργεί ως ένας θάλαμος ελπίδας
ή θερμοκήπιο προσδοκίας. Η ελπίδα – προσμονή αποτυπώθηκε με γνωμικά και ρητά
από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα όπως: «Θαρσείν χρη, τάχ΄ αύριον έσσετ΄ άμεινον» (Θεόκριτος), «Άλλωστε, το αύριο είναι μία άλλη μέρα»
(Μάργκαρετ Μίτσελ, Αμερικανίδα συγγραφέας), «Η χρυσή εποχή είναι μπροστά μας όχι πίσω μας» (Σαίξπηρ).
Η αξία, όμως, του
χρόνου και η θετική πρόσληψή του αποτυπώνεται με ενάργεια ως ευχή στο «Χρόνια πολλά», «Εις έτη πολλά» ή στο «Και
ο νοικοκύρης του σπιτιού χρόνια πολλά να ζήσει» που συνοδεύει ως
ακροτελεύτια ευχή πολλά κάλαντα.
Ωστόσο, πρέπει να
επισημανθεί και η αντιφατική συμπεριφορά
του ατόμου που από τη μία πλευρά εύχεται «χρόνια πολλά» στους άλλους, ενώ από
την άλλη πασχίζει να αποκρύψει την
ηλικία του, αν αυτή βρίσκεται σε κάποια «απαγορευτικά» για την εποχή μας όρια,
όπως 60…, 70…, 80... Αλήθεια προς τι αυτός ο ενδοιασμός και η κρυψίνοια όταν το
να ζήσεις «χρόνια πολλά» συνιστά επιτυχία και όχι κάτι προσωπικά μεμπτό; Φταίνε οι κοινωνικές συμβάσεις και τα ανόητα κοινωνικά και
στερεότυπα, από όπου πηγάζει - όχι σπάνια - και ο ηλικιακός ρατσισμός;
Το ακανόνιστο και ακαθόριστο του χρόνου
Μα είναι αλήθεια πως ο
χρόνος
ό,τι παίρνει το παίρνει
για πάντα…
Γιατί ο χρόνος δεν
υπάρχει
γιατί ο χρόνος είσαι εσύ και οι άλλοι…
Οι παραπάνω
στίχοι (Φοίβος Δεληβοριάς) δεν απηχούν τις απόψεις μόνο των απλών ανθρώπων αλλά
και της επιστήμης.
Για την επιστήμη ο χρόνος περισσότερο είναι ανθρώπινο εφεύρημα και
κατασκεύασμα. Οι αιώνες, τα έτη, οι μήνες, οι ώρες και οι υποδιαιρέσεις απλώς
εφευρέθηκαν για την πληρέστερη κατανόηση της πραγμα-τικότητας (χώρος + χρόνος =
χωροχρόνος).
Σύμφωνα με την
Παλαιά Διαθήκη η έναρξη του χρόνου συμπίπτει με τη δημιουργία του κόσμου «Εν αρχή εποίησεν ο Θεός τον ουρανόν και την
γην…» (Γένεσις 1), και «Θεός ην μεν
αεί, και έστι και έσται. Μάλλον δε, έστιν αεί…» (Γρηγόριος Ναζιανζηνός). Η
φύση, δηλαδή, του Θεού είναι άκτιστη, άναρχη και άχρονη ή και ατελεύτητη.
Το «βέλος του χρόνου» συμπαρασύρει τα
πάντα και χωρίς επιστροφή. Εξάλλου ο «χρόνος
δεν γυρίζει πίσω» και στην πορεία του όλα μπορούν να συμβούν. Δύσκολα
μπορεί κάποιος να προβλέψει τα μελλούμενα παρά μόνον ο Θεός «Κύριος οίδε τι τέξεται η επιούσα».
Το ακανόνιστο και
το απρόβλεπτον του χρόνου και ό,τι τον ακολουθεί αποτυπώθηκαν με ένα πλήθος φράσεων
και γνωμικών που αισθητοποιούν την αγωνία και το φόβο του ανθρώπου για το
μέλλον. «Έχει ο καιρός γυρίσματα» (η
μεταβλητότητα...), «Ο χρόνος θα δείξει»,
«Όσα φέρνει η ώρα, δεν τα φέρνει ο
χρόνος όλος» ή το εμβληματικό «Καιρός
φέρνει τα λάχανα καιρός τα παραπούλια».
Πολλές φράσεις ή
εκτιμήσεις έχουν ως αφετηρία το «με την
πάροδο του χρόνου» ή το «συν τω
χρόνω». Εξάλλου για όλους ισχύει πως η «κλεψύδρα
του χρόνου» λειτουργεί με τους δικούς της νόμους και τα «χρονικά περιθώρια» στενεύουν. Μιλάμε
για «χρονοβόρες διαδικασίες» και
προτείνουμε ή υπενθυμίζουμε σε κάποιον να μην «χρονοτριβεί».
Κι αυτό γιατί «ο χρόνος είναι χρήμα» σύμφωνα και με
το αρχαιοελληνικό «χρόνου φείδου».
Οι πολλαπλές χρήσεις
Ενώ όλοι
συμφωνούν για την απουσία ορίων του χρόνου, πολλοί είναι
εκείνοι που παραπονούνται για την απουσία χρόνου στη ζωή τους. Ο «ελεύθερος χρόνος» αντιπαρατίθεται στον
«εργάσιμο χρόνο» κι έτσι συντελείται
η διάσπαση της ανθρώπινης ύπαρξης ως ενιαίας οντότητας.
Όλοι απαιτούν και κραυγάζουν «θέλω
το χρόνο μου» ή «δώσε μου λίγο χρόνο».
Συνήθεις, επίσης,
είναι και οι διαφοροποιήσεις του χρόνου. Πολλοί έχουν την απαίτηση να
ερμηνεύουν τα γεγονότα στον «πραγματικό
τους χρόνο» και απορρίπτουν τη σύμπτυξή τους στον «τηλεοπτικό χρόνο». Δεν λείπουν βέβαια και οι αναφορές – ως
αντιπολιτευτικός λόγος – στον «πολιτικό
χρόνο» της κυβέρνησης που φθίνει. Παροιμιώδης έμεινε και η φράση γνωστού
υπουργού του ΠΑΣΟΚ για το «Χρονοντούλαπο
της Ιστορίας» που θα έμπαινε η δεξιά παράταξη.
Ακόμη και για την
προοδευτικότητα ή το συντηρητισμό ενός ατόμου καταφεύγουμε στην έννοια του
χρόνου, όπως «σύγχρονος», «αναχρονιστικός» ή «διαχρονικός» – «διαχρονικότητα»
(ό,τι αντέχει στο χρόνο ή αντέχει στη φθορά του χρόνου ως αξία).
Δεν είναι, ωστόσο,
και λίγοι αυτοί που βιώνουν ακόμη ως εφιάλτη την υποχρέωσή τους να μάθουν στα
μαθητικά τους χρόνια τους αρχικούς χρόνους
του ρήματος: Ενεστώτας, Μέλλοντας, Ιστορικοί χρόνοι (Παρατατικός,
Αόριστος, Υπερσυντέλικος) και Συντελικοί
Χρόνοι (Παρακείμενος, Υπερσυντέλικος…).
Ενάντια στη
φθοροποιό δύναμη και λειτουργία του χρόνου υψώνονται και οι παρακλήσεις – απειλές του άνδρα χάριν της αγαπημένης του «Θα ‘θελα να φωνάξω το όνομά σου, αγάπη, μ΄
όλη μου / τη δύναμη ….Να τ’ ακούσει ο χρόνος και να μην σ’ αγγίξει, αγάπη / μου
ποτέ» (Τάσος Λειβαδίτης).
Από
τότε που ο Κρόνος – χρόνος έτρωγε τα παιδιά του, ο άνθρωπος ανεξάρτητα
από τις ερμηνείες που υιοθέτησε για τη δύναμη και το ρόλο του χρόνου στη ζωή
του προσπάθησε και μέχρι σήμερα αγωνίζεται να προσαρμόσει τη συμπεριφορά και
τους σχεδιασμούς του ανάλογα με το χώρο και τις δυνατότητες που του παρέχει ο
χρόνος.
«Αν σκέφτεσαι για ένα
χρόνο,
φύτεψε ένα σπόρο. Αν
σκέφτεσαι
για δέκα χρόνια, φύτεψε
ένα δέντρο.
Αν σκέφτεσαι για 100
χρόνια, δίδαξε Ανθρώπους». (Κομφούκιος)
Ø Χρήσιμα άρθρα και
βιβλία:
1. «Χρόνος Ολετήρ»,
Ηλίας Γιαννακόπουλος (διαδίκτυο)
2. «Επαρήλθεν και ο
χρόνος», Ηλίας Γιαννακόπουλος (διαδίκτυο)
3. «Τα πρόσωπα του
χρόνου», Ηλίας Γιαννακόπουλος, «ΕΡΕΥΝΑ»
4. «Ο χρόνος και ο
άνθρωπος», Ηλίας Γιαννακόπουλος, «ΕΡΕΥΝΑ»
5. «Το φως και ο
γλάρος», Ηλία Γιαννακόπουλος, «ΙΔΕΟπολις»
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου