ΒΙΑ: Τηλεοπτική και Λογοτεχνική


«Η τηλεθέαση γίνεται ο σύγχρονος Θεός και οι πολίτες μια μάζα «υπνωτισμένη». Η ζωή και ο θάνατος εναλλάσσονται όπως η αλήθεια και το ψέμα με…. Τηλεκοντρόλ!»

            Συχνά έρχεται στην επικαιρότητα το θέμα της βίαιης συμπεριφοράς του σύγχρονου ανθρώπου. Οι συζητήσεις για τον γενεσιουργό παράγοντα είναι έντονες και διχάζουν την επιστημονική κοινότητα. Η οικονομική κρίση, τα κοινωνικά αδιέξοδα, τα ψυχολογικά προβλήματα, η έκπτωση των ηθικών αξιών και η απουσία νοήματος ζωής ενοχοποιούνται για την όξυνση της σύγχρονης βίας. Στο απυρόβλητο των αιτιάσεων δεν βρίσκεται και η τηλεόραση που έχει κυριαρχήσει καταλυτικά στη ζωή μας. Στην ενοχοποίηση της τηλεόρασης αντιτίθενται πολλοί επιστήμονες και θεωρούν πως αν η τηλεοπτική βία «προάγει» το μιμητισμό τότε πρέπει να κατηγορηθεί και η λογοτεχνία που όχι σπάνια προβάλλει βίαιους και αιμοδιψείς χαρακτήρες.

            Είναι, λοιπόν, κοινά διαπιστωμένο πως ο αναγνώστης λογοτεχνικών βιβλίων αλλά και ο τηλεθεατής είναι εκτεθειμένοι σε ένα πλήθος βίαιων και εγκληματικών πράξεων. Αναγνώστες και τηλεθεατές ερίζουν και προβληματίζονται για το μέγεθος της επίδρασης των βίαιων εικόνων και συμπεριφορών στην ψυχοδομή του ανθρώπου και ιδιαίτερα του νέου. Πολλοί είναι εκείνοι που διαχωρίζουν την τηλεοπτική βία από τη λογοτεχνική και αποενοχοποιούν τη δεύτερη από κάθε αρνητική επιρροή. Υπάρχουν, όμως, κι άλλοι που με ένα μανιχαϊστικό τρόπο εγκαλούν ή αθωώνουν συλλήβδην και τις δυο αυτές μορφές βίας. Το θέμα είναι σύνθετο και χρειάζεται νηφαλιότητα και απεξάρτηση από κάθε ιδεοληψία που μας εγκλωβίζει σε μονομερείς και αντιεπιστημονικές ερμηνείες. 

Η τηλεοπτική βία

            Όσοι μέμφονται την τηλεόραση ως πρόξενο των βίαιων συμπεριφορών εδράζουν τα επιχειρήματά τους στο διαβρωτικό ρόλο που ασκεί η τηλεοπτική βία στον ηθικό κώδικα του ατόμου. Ο τηλεθεατής, δηλαδή, εσωτερικεύει μέσα από τους μηχανισμούς της μίμησης την «ηθική» της τηλεοπτικής εικόνας που αναδιαρθρώνει τις καθιερωμένες ηθικές αξίες αποδομώντας κάθε έννοια του ηθικού και του «δέοντος». Ο Καρλ Πόπερ τονίζει πως «η τηλεόραση παράγει βία και την εισάγει σε οικογένειες που διαφορετικά δε θα τη γνώριζαν». Η τηλεόραση, δηλαδή, δεν προβάλλει μόνο θέματα – εικόνες και συμπεριφορές που χρωματίζονται από βιαιότητα – πολλοί την κατηγορούν για νεκροφιλία και θανατοφιλία – αλλά δρα πολλαπλασιαστικά στην πρόκληση βίαιων συμπεριφορών. Η υπερπροβολή βίαιων εικόνων προσλαμβάνεται από το δέκτη ως μια πραγματικότητα στην οποία οφείλει να προσαρμοστεί.


            Ένα άλλο στοιχείο που πρέπει να επισημανθεί είναι και το γεγονός πως οι σκηνές – συμπεριφορές βίας της τηλεόρασης ερμηνεύονται και προσλαμβάνονται ως μια βασική και αναγκαία παράμετρος της κοινωνικής πραγματικότητας και της οργάνωσης των κοινωνιών. Θεωρούν, δηλαδή, πως η καθημερινότητα εμπεριέχει ή απέκτησε ένα βίαιο χαρακτήρα – περιεχόμενο με πρωταγωνιστές τους δυνατούς, τους αδίστακτους και τους απάνθρωπους. Η τηλεοπτική βία εισπράττεται όχι ως ένα μεμονωμένο επεισόδιο της κοινωνικής ζωής αλλά ως μια καθολική και γενικευμένη ανθρώπινη συμπεριφορά. Έτσι οι τηλεθεατές εθίζονται και διαπαιδαγωγούνται στην ιδέα πως η επιβίωση και η επιτυχία χρεώνονται στη δύναμη της βίας και όχι της λογικής. Στην κοινωνία, δηλαδή, επιπλέουν και κυριαρχούν οι ισχυροί. Εδώ βρίσκει δικαίωση η θέση του Θουκυδίδη «ο ισχυρός επιβάλλει ό,τι του επιτρέπει η δύναμή του και ο αδύνατος υποχωρεί όσο του επιβάλλει η αδυναμία του».

Η λογοτεχνική βία

            Αντίθετα, η λογοτεχνική βία συνιστά ένα αισθητικό δημιούργημα, διαπαιδαγωγεί και αφυπνίζει. Λειτουργεί κοινωνικοποιητικά και ηθικοποιητικά. Ερμηνεύει τη βαθύτερη δομή της ανθρώπινης ψυχοδομής και ανιχνεύει τα βαθύτερα κίνητρα της ανθρώπινης συμπεριφοράς.

            Περιγράφει το κοινωνικό και πολιτικό πλαίσιο εξωτερίκευσης της επιθετικότητας κι αναζητά τον κοινωνικό χαρακτήρα της βίας. Η λογοτεχνία, επίσης, αναδεικνύει μέσα από τη δράση των ηρώων τα ταπεινά ελατήρια των ανθρώπων αλλά και την οργανωμένη βία της εξουσίας. Καταγράφει μέσα από το μύθο της λογοτεχνικής – θεατρικής βίας τη διαπάλη του καλού με το κακό, του δικαίου με το άδικο. Παρουσιάζεται, δηλαδή, ανάγλυφα πως η ζωή των ανθρώπων και των κοινωνιών κινείται και ισορροπεί πάνω στις δυο δυνάμεις, της «φιλότητας» και του «νείκους».


            Με αυτά τα δεδομένα γίνεται κατανοητό πως η σκληρότητα των βίαιων πράξεων και συμπεριφορών ενός λογοτεχνικού κειμένου ή μιας θεατρικής παράστασης ποτέ δεν αποτέλεσαν πρότυπα μίμησης. Αντίθετα προκαλούν οίκτο και «δέος». Η βιαιότητα του Πηλείδη (Αχιλλέας), ο αυταρχισμός του Κρέοντα, η τραγικότητα του Οιδίποδα, η παιδοκτόνος Μήδεια και οι Σαιξπηρικοί ήρωες (Άμλετ…) περισσότερο γεννούν θαυμασμό και καλλιεργούν αισθητικές συγκινήσεις και λιγότερο προβάλλουν ως αναγκαιότητα τη βιαιότητα της ανθρώπινης ύπαρξης. Στην παγκόσμια εγκληματολογία δεν εμφανίστηκαν ούτε καταγράφηκαν φαινόμενα μίμησης βίαιων συμπεριφορών από αντίστοιχες σκηνές ή συμπεριφορές λογοτεχνικών ηρώων. Αντίθετα παρόμοιες σκηνές ή συμπεριφορές λειτουργούν αποτρεπτικά και δεν δημιουργούν τις προϋποθέσεις μιας ασυνείδητης εσωτερίκευσης από τους αναγνώστες.

Οι διαφορές

            Η διαφορά, λοιπόν, της λογοτεχνικής βίας με την τηλεοπτική έγκειται στο γεγονός πως η πρώτη προκαλεί το χειροκρότημα των θεατών ή το θαυμασμό του αναγνώστη ως αισθητικό προϊόν, ενώ η δεύτερη αφυπνίζει τα άγρια ένστικτα, λειτουργεί ως αντικείμενο μίμησης ή και αφομοιώνεται ως μια αναγκαία ατομική και κοινωνική συμπεριφορά.

            Η απόλυτη, όμως, ενοχοποίηση της τηλεόρασης συνιστά μια υπεραπλούστευση και επικίνδυνη γενίκευση. Κι αυτό γιατί είναι λάθος να αποδίδουμε στην τηλεόραση όλα τα δεινά και τις ολέθριες συνέπειες μιας εκφυλισμένης κοινωνικής κατάστασης, την οποία αναπαράγει και αντανακλά. Γιατί η μετριότητα, η χυδαιότητα και η βιαιότητα των ανθρώπινων σχέσεων «κοσμούν» τη σύγχρονη κοινωνία την οποία η τηλεόραση διαμορφώνει. Ο μιμητισμός που γεννάται από την τηλεθέαση βρίσκει πρόσφορο έδαφος, επειδή από πριν έχουν διαμορφωθεί οι κατάλληλες προϋποθέσεις στο οικογενειακό και κοινωνικό περιβάλλον.

            Συμπερασματικά οι δυο μορφές βίας αναδεικνύουν δυο διαφορετικές πραγματικότητες και λειτουργούν στον ψυχισμό του δέκτη κατά διαφορετικό τρόπο. Η τηλεοπτική, δηλαδή, βία απομονώνει μια συγκεκριμένη «σκηνή» της ζωής και την καθιστά με την αρωγή της εικόνας καθολικό και γενικευμένο φαινόμενο.

            Αντίθετα η λογοτεχνική βία λειτουργεί παιδαγωγικά και γεννά τον κοινωνικό προβληματισμό και συνδράμει αποφασιστικά στην κατανόηση της ανθρώπινης ψυχοδομής. Η τηλεοπτική βία φοβίζει, εξαγριώνει και εξαχρειώνει. Η λογοτεχνική συγκινεί, προκαλεί τη μέθεξη, λυτρώνει και αποκαθαίρει.

            Οι πράξεις του Οιδίποδα (αιμομιξία, πατροκτονία…) όχι μόνο δεν έγιναν αντικείμενο μίμησης αλλά αποτέλεσαν το βασικό υλικό για τη θεμελίωση της φροϋδικής θεωρίας περί Οιδιπόδειου συμπλέγματος.

            Κανείς δεν θεώρησε την «Ιλιάδα» του Ομήρου, το «Πόλεμος και Ειρήνη» του Τολστόι, το «Ουδέν νεώτερον από το δυτικό μέτωπο» του Ρεμάρκ, τη «Ζωή εν Τάφω» του Μυριβήλη και την «Ιστορία ενός αιχμαλώτου» του Δούκα ότι πυροδότησαν πολεμικές συρράξεις. Το αντίθετο, διαβάζονται και διδάσκονται ως αντιπολεμικά έργα.

            Ωστόσο επτά παιδιά κρεμάστηκαν μιμούμενα την εκτέλεση του Σαντάμ Χουσείν δι’ απαγχονισμού (30/12/2006).


            Βέβαια το ερώτημα πλανάται απειλητικά για το πραγματικό αίτιο της βίας. Είναι η βία της κοινωνίας που κυοφορεί τις βίαιες συμπεριφορές; Είναι η τηλεοπτική βία που γονιμοποιεί βίαιους ανθρώπους; Είναι ικανή η λογοτεχνική βία να λειτουργήσει καθαρκτικά;

            Ερωτήματα και διλήμματα……

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Κριτήριο Αξιολόγησης στη Νεοελληνική Γλώσσα, Γ΄ Λυκείου (Νέες τεχνολογίες – Τεχνητή Νοημοσύνη)

Κριτήριο Αξιολόγησης στη Νεοελληνική Γλώσσα και τη Λογοτεχνία, Γ΄ Λυκείου (Βία)

Η «Παγίδα του Θουκυδίδη» και η Ρωσία που βρυχάται...

Κριτήριο Αξιολόγησης στη Νεοελληνική Γλώσσα, Γ΄ Λυκείου (Φανατισμός)