Η Γυναίκα στον Όμηρο, στον Ησίοδο και στον Αριστοτέλη: Ιστορικές αλήθειες και Πολιτική Ορθότητα.

        «Τα δικαιώματα των γυναικών είναι καθήκοντα των ανδρών” (Karl Kraus).

        Κάθε προσπάθεια να πραγματευτείς την θέση και το ρόλο της γυναίκας στην διαχρονία της προσκρούει στην ανάγκη μιας άμεσης ή έμμεσης αναφοράς σε εκείνες τις γυναικείες μορφές ( θεϊκές ή μυθικές ή πραγματικές αδιάφορο) που αποτελούν σύμβολα. Σε αυτές τις μορφές ανήκουν και οι παρακάτω, χωρίς αυτό να σημαίνει πως  οι άλλες, οι απούσες, είναι ήσσονος σημασίας.


        Η Ρέα,  η Ήρα, η Αφροδίτη, η Ιφιγένεια, η Ωραία Ελένη, η  Εκάβη, η Πηνελόπη, η Αντιγόνη, η Μήδεια, η Εύα, η Παναγία κατέχουν δεσπόζουσα θέση στον αρχαίο κόσμο και εξακολουθούν μέχρι και σήμερα να εμπνέουν ή να αποτελούν σημείο αναφοράς ως διαχρονικά σύμβολα σε διαφορετικά επίπεδα (δύναμη, ομορφιά, αγωνιστικότητα, θηλυκότητα,   στοργικότητα…). Είναι αυτές οι μορφές που αποτέλεσαν την πρώτη ύλη για τους μύθους, την ποίηση, τις τραγωδίες και την ζωγραφική.

        Ωστόσο και παρά την πλούσια και έντονη παρουσία της γυναίκας στην αρχαιότητα η κυρίαρχη άποψη για την αξία της δεν ήταν και τόσο κολακευτική τόσο από την πλευρά των ποιητών όσο και από την πλευρά των φιλοσόφων. Οι θέσεις τους, όπως αυτές αναδύονται μέσα από τα γραπτά κείμενά τους, είναι άκρως υποτιμητικές για την γυναίκα και αποτυπώνουν με ενάργεια το κυρίαρχο πνεύμα της Π α τ ρ ι α ρ χ ί α ς , διαδόχου σχήματος της παραδοσιακής Μ η τ ρ ι α ρ χ ί α ς .

       Η μετάβαση από την μητριαρχία στην πατριαρχία σηματοδότησε μία μεγάλη ήττα του γυναικείου φύλου. Οι έμφυλες διακρίσεις και τα συντηρητικά στερεότυπα (ως παράγωγα φαινόμενα της πατριαρχίας) βάθυναν την ανισότητα των δύο φύλων και παγίωσαν την καταπίεση της γυναίκας. Η μορφή της Παναγίας-ως αρχέτυπο-δεν στάθηκε ικανή να εκθρονίσει το σύμβολο της Εύας που διαχρονικά ταυτίστηκε με την ενοχοποίηση της γυναίκας για την έκπτωση του ανθρώπου ως ηθικού όντος. Κι αυτό γιατί η Εύα-Γυναίκα ταυτίστηκε με την αμαρτία.

    Μία γρήγορη περιδιάβαση σε κάποια κείμενα-αναφορές θα βοηθούσε να κατανοήσουμε την ανισότητα των δύο φύλων μέχρι και σήμερα παρά τα γενναία βήματα που έγιναν προς την ισότητα. Ίσως κάποια από αυτά (στίχοι, φιλοσοφικές θέσεις…) να είναι άκρως προσβλητικά για το γυναικείο φύλο κι αν γράφονταν σήμερα θα είχαν πρόβλημα δημοσιοποίησής τους  και εξαιτίας της Πολιτικής Ορθότητας.

                                    Ο  Όμηρος για την Ωραία Ελένη

      “Δεν είναι αξιοκατάκριτο  πράγμα που για μια τέτοια γυναίκα πάσχουν θλίψεις για πολύν χρόνο οι Τρώες και οι Αχαιοί με τις καλές κνημίδες. Διότι φοβερά μοιάζει  στην όψη με τις αθάνατες θεές. Αλλά και μόλα αυτά, αν και είναι τέτοια, ας επιστρέψει στην πατρίδα με τα πλοία κι ας μη μείνει στο μέλλον ως δυστύχημα για εμάς και τα παιδιά μας.( Ιλιάδα.Γ,156-60).

         Σε αυτούς τους στίχους του Ομήρου κυριαρχεί η αντίληψη πως η γυναικεία ομορφιά συνιστά αιτία πολλών κακών για τους ανθρώπους. Στο τέλος της ομηρικής περιγραφής της θεϊκής ομορφιάς (αινώς έοικεν = φοβερά μοιάζει) της Ωραίας Ελένης αυτό που μένει ως στερεότυπο είναι πως η ξελογιάστρα, λόγω θεϊκής ομορφιάς, Ελένη σκόρπισε μεγάλη δυστυχία στους Έλληνες.«Άρα φοβού την  γυναικεία ομορφιά».

     ΄Ετσι στο υποσυνείδητο των ανδρών επικάθεται αυτή η αυθαίρετη σχέση «γυναικεία ομορφιά = δυστυχία για τους άνδρες».

      Τον μύθο-στερεότυπο της βλαπτικής ενέργειας της γυναικείας ομορφιάς τον επέτεινε και η «παλινωδία» του Στησίχορου. Αυτός που με ένα ποίημά του τόλμησε να αποδομήσει τον μύθο της ωραίας Ελένης και τυφλώθηκε. Έτσι για να εξιλεωθεί έγραψε μια άλλη ωδή –έπαινο γι αυτήν. Όπως και να το ερμηνεύσεις το πάθημα του Στησίχορου στο τέλος μένει –έμεινε πως η γυναίκα είναι κάτι επικίνδυνο είτε την βρίζεις είτε την ερωτεύεσαι.

      “Ανδράδελφέ μου ( Έκτορα), της κακοτρόπου σκύλας ,της φρικαλέας / Να ‘ταν τη μέρα που με γέννησεν η μάνα μου να ερχόταν / να με σηκώσει ανεμορούφουλας κακός και να με πάρει / για στο βουνό για στου πολύβογγου πελάου μακριά το κύμα, / πριν όλα αυτά γενούν, να μ έπαιρνε το κύμα να με πνίξει”(Ιλιάδα Ζ 344-48).

      Στο παραπάνω ποιητικό απόσπασμα ο Όμηρος παρουσιάζει την ωραία Ελένη, σε μια στιγμή απολογίας και αυτοεξομολόγησής της, να οικτίρει τον εαυτό της και να τον θεωρεί πρόξενο πολλών κακών για τους άνδρες. Οι λέξεις που χρησιμοποιεί είναι άκρως σκληρές και εξευτελιστικές (κυνός κακομηχάνου = σκύλας κακοτρόπου) για την ίδια και κατ’ επέκταση για την γυναίκα.

      Οι παραπάνω περικοπές –στίχοι του Ομήρου καταδεικνύουν πως πλάθονται κάποια στερεότυπα μέσα από την τέχνη και ριζώνουν αργότερα ως αλήθεια και  βεβαιότητα στο “συλλογικό υποσυνείδητο” των επόμενων γενεών. Και πώς να τολμήσει κάποιος μετά να αμφισβητήσει τον θεϊκό Όμηρο;

                                           Η Γυναίκα κατά τον Ησίοδο

      Την σκυτάλη από τον Όμηρο πήρε ο Ησίοδος που με τον δικό του τρόπο δίνει μία άλλη διάσταση στην θέση και τον ρόλο της γυναίκας.

     “Οίκον μεν πρώτιστα / γυναίκά τε βουν τ’ / αροτήρα, / κτητήν, ου γαμετήν, / ήτις και βουσίν / έποιτο”(Πρώτα από μόλα να πάρεις σπίτι, βόδι για όργωμα, γυναίκα αγορασμένη ,όχι με γάμο, που να μπορεί να ακολουθεί τα βόδια.” Έργα και Ημέραι”,405…)

       Οι παραπάνω στίχοι του Ησιόδου είναι αποκαλυπτικοί της θέσης της γυναίκας στο αξιακό σύστημα της εποχής του (8ος αιώνας π. χ ). Η γυναίκα παρουσιάζεται ως παρακολούθημα των ζώων και του υπόλοιπου οικιακού εξοπλισμού. Να μιλήσουμε για αυτονομία και σεβασμό της γυναίκας είναι λίγο τολμηρό και εκτός εποχής. Η υποτίμηση της γυναίκας  και η γενικευμένη απαξίωσή της αποτελούσαν μία βαθιά ριζωμένη αντίληψη σε όλους την εποχή εκείνη.

     Και εάν μεν για τις απόψεις του Ομήρου και του Ησιόδου υπάρχει κάποια κατανόηση και αιτιολογία, δεν μπορούμε να δείξουμε την ίδια κατανόηση στην δημοκρατική Αθήνα του 5ου  π. χ αιώνα.

                                 Ο  Περικλής για την αρετή των Γυναικών

    Κι αυτό γιατί οι γυναίκες πέραν του γεγονότος ότι δεν είχαν πολιτικά δικαιώματα, ήταν υποχρεωμένες να φροντίζουν αποκλειστικά τις υποθέσεις του οίκου τους με την βοήθεια των δούλων. Η έξοδος των γυναικών από το σπίτι επιτρεπόταν μόνον για την συμμετοχή τους σε μεγάλες θρησκευτικές γιορτές ή σε κηδείες. Ενδεικτική της νοοτροπίας που επικρατούσε για την γυναικεία αρετή είναι και η αναφορά του Περικλή στον Επιτάφιό του:

     “Μη φανείτε κατώτερες από την γυναικεία φύση σας. Αυτό είναι η μεγάλη σας δόξα καθώς και το να μην ακούγεται το όνομά σας μεταξύ των ανδρών, είτε για το καλό είτε για το κακό”.

                                Ο  Αριστοτέλης για το Φύσει της Γυναίκας

     Εκείνο, όμως, που ξαφνιάζει περισσότερο είναι η θέση του ορθολογιστή φιλοσόφου, του Αριστοτέλη, για την θέση και το ρόλο της γυναίκας στην πόλη. Κατατάσσει την γυναίκα δίπλα στους δούλους που από την φύση τους είναι προορισμένοι να κυβερνιούνται και όχι να κυβερνούν (το άρχον και το αρχόμενον).

     Σύμφωνα, λοιπόν, με τον Αριστοτέλη το θηλυκό (γυναίκα) και οι δούλοι είναι καθορισμένα από την φύση. Όσο κι αν υπάρχουν μεταφραστικά προβλήματα στην παρακάτω αποστροφή του Αριστοτέλη, η ουσία παραμένει η ίδια. Γυναίκα και δούλος (δουλική νοοτροπία) ανήκουν στην κατηγορία του “αρχόμενου”.

    “Φύσει μεν ουν διώρισται το θήλυ και το δούλο” (To θηλυκό συνεπώς  και το δούλον είναι από την φύση διακριτά –καθορισμένα).

     Συνιστά, ωστόσο, παραδοξότητα η παραδοχή του Αριστοτέλη πως o δούλος-δουλικότητα είναι  προϊόν της φύσης και όχι  παράγωγο φαινόμενο της ταξικής διάρθρωσης της κοινωνίας. Θα περίμενε κάποιος  από τον πραγματιστή Αριστοτέλη να υπερέβαινε τα ταξικά στερεότυπα της εποχής του και να πρόβαλε το αυτονόητο όπως θαρρετά διακήρυξε ο Αλκιδάμας για την ελευθερία των ανθρώπων.

           “Ελευθέρους αφήκε πάντας ο θεός. Ουδένα δούλον η φύσις πεποίηκεν”.

        O Αριστοτέλης ερμηνεύει το «Φύσει διώρισται το θήλυ και το δούλον» ως αναγκαίο στοιχείο της φυσικής αδυναμίας του θηλυκού και του δούλου να σκεφτούν και να προνοήσουν, όπως συμβαίνει με το αρσενικό και σε όσους ανήκουν σε άλλη ανώτερη κοινωνική τάξη:

  Το μεν γαρ δυνάμενον τη διανοία προoράν άρχον φύσει και δεσπόζον φύσει, το δε δυνάμενον τω σώματι ταύτα πονείν αρχόμενον και φύσει δούλον” (αυτό που διαθέτει την ικανότητα να καταστρώνει με την διάνοια σχέδια είναι από την φύση ικανό να άρχει και να εξουσιάζει, αυτό που διαθέτει την ικανότητα να εκτελεί με τις σωματικές του δυνάμεις αυτά είναι από την φύση προορισμένο να άρχεται και να είναι δούλον-δούλος) .


       Τις συντηρητικές απόψεις του Αριστοτέλη σχετικά με την θέση-φύση της γυναίκας συμπληρώνει και η άποψή του για την ταύτιση των δούλων με το θηλυκό (γυναίκα) στην κοινωνία των βαρβάρων. “Εν δε τοις  βαρβάροις  το θήλυ και το δούλον  την αυτήν έχει  τάξιν.  Αίτιον δε ότι το φύσει άρχον ουκ έχουσιν”.

         Συνιστούν παραλογισμό οι παραπάνω θέσεις του κατεξοχήν ορθολογιστή φιλοσόφου να εξαρτάται η ικανότητα του «άρχειν» από την φύση. Τέτοιες απόψεις στην εποχή μας όχι μόνον είναι ανεπίτρεπτες από το πνεύμα της Πολιτικής Ορθότητας αλλά κι από την κοινή λογική.

        Η παραδοξότητα και το ακατανόητο των συντηρητικών θέσεων του Αριστοτέλη καθίστανται πιο εμφανή στις μέρες μας που ο νόμος επέβαλε την ποσόστωση στα ψηφοδέλτια  των κομμάτων για να διευκολύνει την συμμετοχή των γυναικών στην πολιτική και στην ανάληψη θέσεων εξουσίας (το άρχον).

     Εξάλλου σύμφωνα και με τις θέσεις του Αριστοτέλη αιτιολογείται και δικαιολογείται και η υποδούλωση των βαρβάρων στους Έλληνες, όπως εμφαντικά τόνιζαν και οι ποιητές:

                                  “Βαρβάρων Έλληνας άρχειν εικός”.

                                Ο  Απόστολος Παύλος για την Γυναίκα

        Η γνωστή διακήρυξη του Αποστόλου Παύλου, ναι μεν βοήθησε στην διαδικασία ισότητας των δύο φύλων και στην αναβάθμιση της γυναίκας, ωστόσο, τα βήματα ήταν λίγα και δειλά.

  “Ουκ ένι Ιουδαίος ουδέ Έλλην, ουκ ένι δούλος ουδέ ελεύθερος, ουκ ένι άρσεν και θήλυ. Πάντες γαρ υμείς εις εστέ εν Χριστώ Ιησού”.

      Ακόμη, όμως, και σε αυτήν την διακήρυξη κάποιοι διείδαν μία μεταφραστική αυθαιρεσία. Δηλαδή, ο Απόστολος Παύλος ναι μεν τόνισε  πως «όλοι είμαστε ένας απέναντι στον Θεό», αλλά αυτό δεν σημαίνει πως είμαστε και μεταξύ μας ίσοι. Εδώ δεν ισχύει η μαθηματική σχέση «τα ίσα μεταξύ τρίτου ,είναι και μεταξύ τους ίσα».

                                                      Επιμύθιον

       Όλες οι παραπάνω αναφορές στα αποσπάσματα των Ομήρου, Ησιόδου και Αριστοτέλη ερμηνεύουν περίτρανα την βαθιά-εδώ και αιώνες- ριζωμένη αντίληψη για την κατωτερότητα της γυναίκας έναντι του άνδρα. Η ιστορία απέδειξε πως ο άνθρωπος διαχρονικά πιο εύκολα δέχεται και ασπάζεται τα προϊόντα της τεχνολογίας και πολύ δύσκολα τις νέες αντιλήψεις για θέματα κοινωνικά (κοινωνική ισότητα, ελευθερία…).

       Γι αυτό τονίζεται από όλους πως η ισότητα των δύο φύλων δεν είναι θέμα νόμων αλλά νοοτροπίας και παιδείας.

    “Το να ζεις οπουδήποτε στον κόσμο σήμερα και να είσαι εναντίον της ισότητας λόγω ράτσας ή χρώματος (ή φύλου),είναι σαν να ζεις στην Αλάσκα και να είσαι εναντίον του χιονιού” (William Faulkner).

 

*Χρήσιμα βιβλία : 1.”Ιλιάδα” ,Ομήρου, 2.”Έργα και Ημέραι,” Ησιόδου, 3.”Πολιτικά” ,Αριστοτέλους, 4.”Δεν γεννιέσαι γυναίκα ,γίνεσαι” // “Η Γυναικεία Χειραφέτηση” : Blog «ΙΔΕΟπολις», Ηλία Γιαννακόπουλου.

   **Aφιέρωμα στην Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας

Σχόλια

  1. Αν δούμε τη θέση της γυναίκας στο πέρασμα των χρόνων βλέπουμε να αποκτά δικαίωμα ψήφου μόλις λίγες δεκαετίες πριν, μέχρι και τις αρχές του 80 έμπαιναν στις παιδαγωγικές σχολές όχι με την αξία του καθενός, αλλά με το φύλο. Θα μπούνε πχ 300 αγόρια και 100 κορίτσια. Επομένως αν γυρίσουμε 2500 χρόνια πίσω, προσωπικά θα μπορούσα να δικαιολογήσω τον Όμηρο, λόγω του πολέμου αλλά ως ένα βαθμό και τους υπόλοιπους αν αναλογιστούμε τις συνθήκες της εποχής.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Κριτήριο Αξιολόγησης στη Νεοελληνική Γλώσσα, Γ΄ Λυκείου (Νέες τεχνολογίες – Τεχνητή Νοημοσύνη)

Κριτήριο Αξιολόγησης στη Νεοελληνική Γλώσσα και τη Λογοτεχνία, Γ΄ Λυκείου (Βία)

Η «Παγίδα του Θουκυδίδη» και η Ρωσία που βρυχάται...

Κριτήριο Αξιολόγησης στη Νεοελληνική Γλώσσα, Γ΄ Λυκείου (Φανατισμός)